Η Περί Ψυχής Διδασκαλία, του Πλάτωνος, του Αριστοτέλους και της Εβραϊκής Παραδόσεως | Γ.Μ. Δ. Καραχάλιος
Γ.Μ. Δ. Καραχάλιος
Ο όρος «ψυχή» υποδηλώνει, κατά την φιλοσοφία, την άυλη υπόσταση κάθε έμβιου όντος. Ειδικότερα, σύμφωνα με την ψυχολογία, ψυχή είναι το σύνολο των ψυχοπνευματικών λειτουργιών του ανθρώπου σε αντιδιαστολή προς τις βιολογικές του λειτουργίες. Από θρησκευτικής σκοπιάς «ψυχή» καλείται η άυλη πνευματική φύση του ανθρώπου που μετέχει στην θεϊκή ουσία και θεωρείται αθάνατη. Ετυμολογικά η λέξη «ψυχή» προέρχεται από το ρήμα «ψύχω» που σημαίνει πνέω, φυσώ. Την λέξη «ψυχή» χρησιμοποίησαν οι Εβδομήκοντα κατά την μετάφραση της Παλαιάς διαθήκης σαν απόδοση του εβραϊκού όρου népheš που σημαίνει «ανάσα», «πνοή» (Γ. Μπαμπινιώτης, Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας, λήμμα «Ψυχή», Κέντρο Λεξικολογίας, Αθήνα 1998).
Η ψυχή είναι ο φορέας της συνείδησης. Από τα πανάρχαια χρόνια η φιλοσοφία ασχολείται με το πρόβλημα της ψυχής, δηλαδή με την ουσία αυτού που καλείται ψυχή και τις θεμελιώδεις ιδιότητες που τη διακρίνουν. Σχετικά με το ερώτημα περί της ουσίας της ψυχής υπάρχουν δύο απαντήσεις. Η πρώτη θεωρεί ότι η ψυχή είναι υπόσταση, δηλαδή αυτοτελές ον. Τη θέση αυτή ενστερνίζονται, ο Καρτέσιος, ο Λειβνίτιος (Leidniz), ο Ερβάρτος (Herbart) και ο Lotze. Η δεύτερη θεωρεί ότι η ψυχή είναι το σύνολο των ψυχικών φαινομένων. Αυτή η θέση ονομάζεται ενεργοκρατία και την διατυπώνει ο Hume, ο Wundt και ο Paulsen.
Ως προς τις θεμελιώδεις ιδιότητες της ψυχής οι νοησιαρχικοί Καρτέσιος (Descartes) και Λειβνίτιος δέχονται ως ουσιώδη ενέργεια της ψυχής το «παριστάναι» και το «νοείν», εκ της αλληλεπίδρασης των οποίων προέρχεται το συναίσθημα και η βούληση. Οι βουλησιαρχικοί Schopenhauer, Wundt και Paulsen υπολαμβάνουν την βούληση ως θεμελιώδη ιδιότητα ή ικανότητα της ψυχής. Κάποιοι δέχονται ως πρώτη και θεμελιώδη ιδιότητα της ψυχής το συναίσθημα. Η παραδοχή αυτή καλείται θυμοκρατία (Χρ. Ανδρούτσου, Λεξικόν Φιλοσοφίας, σελίδες 378 – 379, Εκδόσεις Βας. Ρηγοπούλου, Θεσσαλονίκη 1965).
Ειδικότερα, θυμοκρατία καλείται η γνώμη ότι το συναίσθημα είναι η πρώτη εκ των ψυχικών λειτουργιών, εκ της οποίας αναπτύσσονται η βούληση και η γνώση. Υπέρμαχοι της θυμοκρατίας είναι ο Horwicz, ο Ziegler και ο Jerusalem ( Ανδρούτσος, όπου παραπάνω, σ. 183).
Σύμφωνα με την σύγχρονη επιστημονική θεώρηση η ψυχή ερμηνεύεται ως σύνολο βιωμάτων, ιδιαίτερα συναισθημάτων και ορμών που συνδέονται στενά με τον οργανισμό (η ψυχή δε τούτο ω ζώμεν και αισθανόμεθα και διανοούμεθα πρώτως, λέγει ο Αριστοτέλης).
Αντικείμενο της μεταφυσικής μέχρι τη σύγχρονη εποχή - το πρόβλημα - αν η ψυχή είναι ουσία. Για τη γέννηση της πανάρχαιας ιδέας της ψυχής ως αναπνοής, συνετέλεσε το γεγονός ότι η αναπνοή του ζώντος οργανισμού σταματάει με το θάνατο. Ανάλογες παρατηρήσεις για το αίμα και το σταμάτημα της αναπνοής σε υψηλή αιμορραγία, όταν επέρχεται ο θάνατος, οδήγησαν στην υπόθεση, ότι το αίμα είναι ο φορέας της αναπνοής και τελικά συνέδεσαν το αίμα με την ψυχή.
Τα όνειρα οδήγησαν επίσης στην ιδέα μιας τέλειας, ανεξάρτητης από το σώμα, υπαρκτής ψυχής (Αγησίλαος Σπ. Ντόκας, Λεξικό φιλοσοφικών όρων, σελίδα 189, Εκδοτικός οίκος Αστήρ, Αλ. & Ε. Παπαδημητρίου, Αθήναι 1981).
Σχετικά με την ψυχή και την ουσία της, δια μέσου των αιώνων, έχουν διαμορφωθεί από τις θρησκείες και τις φιλοσοφικές σχολές διάφορες ερμηνευτικές διδασκαλίες. Στη συνέχεια του παρόντος άρθρου θα εξετάσουμε την περί ψυχής διδασκαλία του Πλάτωνος, του Αριστοτέλους και της Εβραϊκής Ιεράς Παραδόσεως, ως προς τη βασική αρχή περί του θέματος, το πρόβλημα της ουσίας της ψυχής, χωρίς να υπεισέλθουμε σε λεπτομέρειες, χάρη συντομίας και περιορισμού της έκτασης του παρόντος άρθρου.
► Η περί ψυχής διδασκαλία του Πλάτωνος
Σύμφωνα με τον Πλάτωνα η ψυχή προέρχεται από τον κόσμο των ιδεών. Από τον κόσμο της μιας αλήθειας. Όταν όμως επέρχεται η δεινή ώρα της πτώσεώς της, τότε κατέρχεται, εισέρχεται και κατοικεί μέσα σ’ ένα υλικό γήινο σώμα και το θέτει η ίδια σε κίνηση (Μιχ. Φ. Δημητρακόπουλος, Στοιχείωση Ευρωπαϊκής Φιλοσοφίας, σ. 100 -101, Αθήναι 2003) Η ψυχή, μπορεί να φύγει από τον κόσμο των ιδεών και να εισέλθει στον κόσμο των αισθητών, μέσω του σώματος και του ανθρώπου. Από εκείνη την στιγμή, το σώμα ισούται με σήμα (τάφο) της ψυχής (Δημητρακόπουλος, όπου παραπάνω, σ.103). Το σώμα, είναι δηλαδή, ο τάφος, το σήμα της ψυχής! Για τον λόγο αυτόν και η τελευταία επιδιώκει συνεχώς την φυγή από το σώμα. Για τον Πλάτωνα, η μόνη δυνατότητα φυγής της ψυχής, είναι μέσω του θανάτου. Εδώ πλέον, εισάγεται η έννοια της δυαρχίας ή του δυαδισμού, δηλαδή της αποδοχής δύο διαφορετικών αρχών τού είναι, του πνεύματος και του σώματος. O Πλάτων θεωρεί, ως αυτόνομη και ριζικά διαφορετική την ψυχή από το σώμα, ως μια άυλη οντότητα. Κατά τον Πλάτωνα η ψυχή συνιστά την ουσία της ύπαρξης. (Θεοδόσιος Πελεγρίνης, Λεξικό της Φιλοσοφίας, λήμμα «Ψυχή», Εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 2004).
Ο δυαδισμός, αποτελεί την ριζική διάκριση της ψυχής από το σώμα. Όπως είδαμε πιο πάνω, η ψυχή προέρχεται από τον κόσμο των ιδεών και κατευθύνεται προς αυτές μετά την είσοδό της στο σώμα, το σήμα (τάφο) στο οποίο εγκλωβίζεται. Πηγή και αρχή ζωής, του ανθρώπου και του σώματος είναι η ψυχή. Την έννοια της ψυχής συναρτούσαν πάντοτε με την έννοια της ζωής, ακόμη και οι πανάρχαιες θεολογικές δοξασίες Στον Πλάτωνα η ψυχή γίνεται κέντρο, αρχή και πηγή ζωής, χωρίς την οποία κάθε σωματικό, κάθε υλικό θα νεκρωνόταν αν το εγκατέλειπε η ζωοποιούσα τα πάντα ψυχή. Η ψυχή επομένως, είναι ασώματη, άυλη και αθάνατη. Δύναμη τον κόσμο μορφούσα και φέρουσα ζωή και συγχρόνως είναι κίνηση, εσωτερική ουσίας και αιτίας της ζωής (Γρηγ. Φιλ. Κωσταράς, Φιλοσοφική Προπαιδεία, σελ 145-146, έκδοση έκτη,. Αθήνα 2000). «Ψυχή πάσα αθάνατος. το γαρ αεικίνητον αθάνατον. το δ’ άλλο κινουν και υπ’ αλλου κινούμενον, παύλαν έχον κινήσεως, παύλαν έχει ζωής, μόνον δη το αυτό κινούν, άτε ουκ απολείπον εαυτό, ούποτε λήγει κινούμενον, αλλά και τοις άλλοις, όσα κινείται τούτο πηγή και αρχή κινήσεως. αρχή δε αγέννητον. εξ’ αρχής γαρ ανάγκη παν το γιγνόμενον γίγνεσθαι, αυτήν δε μηδ’ εξ ενός» (Πλάτωνος, Φαίδρος, 245c5-246a2). Ο Πλάτων μιλά για κίνηση. Η κίνηση αυτή είναι βασικό στοιχείο της ψυχής . Η ψυχή παράγει την κίνηση, από την στιγμή που εγκλωβίζεται στο σώμα. Η κίνηση είναι η έναρξη της ζωής. Το τέλος της κίνησης επιφέρει το τέλος ενέργειας της ψυχής στο σώμα, δηλαδή, τον θάνατο.
Ο θάνατος για τον Πλάτωνα δεν είναι τίποτε άλλο, παρά ο διαχωρισμός δυο πραγμάτων, του ενός από το άλλο, δηλαδή της ψυχής από το σώμα (Πλάτωνος, Γοργίας, 524Β). Όταν επέρχεται ο θάνατος στον άνθρωπο, το μεν θνητό μέρος αυτού, το σώμα, πεθαίνει, το δε αθάνατο, η ψυχή, εγείρεται και απέρχεται σώο και άφθαρτο (Πλάτωνος, Φαίδων, 10E).
Ο Πλάτων θεωρεί ότι η ένωση της ψυχής με το σώμα δεν είναι ανώτερη από τον χωρισμό τους (Πλάτωνος, Νόμοι, 828D). Το θάνατο κανένας δεν πρέπει να φοβάται, εκτός αν είναι εντελώς ανόητος και δειλός (Πλάτωνος, Γοργίας, 522Ε). Σύμφωνα με τα παραπάνω η περί ψυχής θεωρία του Πλάτωνος είναι η ακόλουθη: ψυχή εγκλωβίζεται στη φυλακή του σώματος και δύναται να απεγκλωβιστεί μόνον με τον θάνατο. Ο θάνατος, στο σώμα κατά τον Πλάτωνα, επέρχεται με την λήξη, το τέλος της κίνησης που προσφέρει η ψυχή στο σώμα.
Μια ζωοποιός δύναμη, όπως είναι η ψυχή, είναι αδύνατον, λογικά, να μην δύναται να διατηρήσει την ζωή, επ’ άπειρον. Κάτι που δίδει την ζωή, δεν μπορεί κάποτε να χάνει την ιδιότητα της ζωής. Η αθανασία της ψυχής αποτελεί κεντρικό θέμα της φιλοσοφίας του Πλάτωνος (Μιχ. Φ. Δημητρακόπουλος, όπου παραπάνω, σελ 102). Η πλατωνική διδασκαλία αποδίδει στην ψυχή την ιδιότητα της αιώνιας ζωής, της αιώνιας ύπαρξης και της αθανασίας. Κατά τον Πλάτωνα η ψυχή δεν αποθνήσκει, επειδή είναι η ουσιωδώς ζωή. Για τον λόγο αυτό η ψυχή είναι αθάνατη και ανώλεθρη (Κωνσταντίνος Ιω. Βουδούρης, Πλατωνική φιλοσοφία, σελ 67, Αθήνα 1990).
Ο Πλάτων δεν δέχεται την ύπαρξη της ψυχής, ως οντότητα με όλα τα παραπάνω χαρακτηριστικά, σε όλους τους άλλους οργανισμούς, τα ζώα και τα φυτά. Κατά τον Πλάτωνα μόνο ο άνθρωπος διαθέτει ψυχή. Η ιδέα της ύπαρξης Ψυχής, σε άλλα ζώα και γενικότερα στην φύση, παρουσιάζεται μετέπειτα στον Αριστοτέλη και σε μεταγενεστέρους (Θεοδόσιος Πελεγρίνης, όπου παραπάνω, λήμμα «Ψυχή»).
Ο Πλάτων διακηρύσσει ότι «ψυχή εξ’ αρχής οίδε τα όντα» (Γρηγ. Φιλ. Κωσταράς, όπου παραπάνω, σελ 148). Διδάσκοντας ο Πλάτων ότι η ψυχή από την αρχή γνώρισε τα όντα, τις ιδέες, μάς εισάγει στη θεωρία της προΰπαρξης της ψυχής. Η ψυχή, κατά τον Πλάτωνα, προϋπάρχει του σώματος. Γνωρίζει την αλήθεια καθώς βρίσκεται στον πραγματικό κόσμο, στον κόσμο δηλαδή των ιδεών. Με την είσοδο της στο σώμα, η ψυχή ξεχνά τις ιδέες, και πλανάται πως τα παράγωγα των αισθήσεων, τα οποία την εμπλέκουν και την φυλακίζουν ακόμα πιο πολύ. Σκοπός της πλέον, είναι να ξαναθυμηθεί, τα όντα(τις ιδέες), με στόχο την ελευθερία της. Πρόκειται δηλαδή για την ανάμνηση των όντων που αρχικά είχε γνωρίσει, γνωρίζοντας ταυτόχρονα και την μια και μοναδική αλήθεια, το Θείον.
Αυτή σε γενικές γραμμές είναι η περί ψυχής διδασκαλία του Πλάτωνος. Δεν θα υπεισέλθουμε σε θέματα πλατωνικής ψυχολογίας και έρευνας των εκδηλώσεων και λειτουργιών της ψυχής, γιατί αυτά κινούνται πέραν των περιορισμών του παρόντος άρθρου. Καιρός όμως να εξετάσουμε την θέση του Αριστοτέλους επί του θέματος.
► Η περί ψυχής διδασκαλία του Αριστοτέλους
Ο Αριστοτέλης δέχεται, όπως και ο δάσκαλός του Πλάτων, την ύπαρξη των ιδεών, ως πρώτη αρχή του κόσμου και της αλήθειας. Η πηγή της ζωής και της ύπαρξης των πάντων, κατά τον Αριστοτέλη, είναι το «Κινούν Ακίνητο» ή «Πρώτον Κινούν». Στο βιβλίο Λ των «Μετά τα Φυσικά» αναφέρεται στο Πρώτον Κινουν Ακίνητον, το οποίον είναι αμετάβλητον και αιώνιον. Η οντότης του συνίσταται στη «νόησιν νοήσεως». Είναι η ακρότατη αιτία κάθε κινήσεως, καθώς και το υπέρτατον Αγαθόν, εφιέμενον από όλον τον κόσμον. …η πρώτη αιτία όλων των κινήσεων είναι εκείνο που «κινεί εαυτόν» και ότι τοΑκίνητον είναι η αρχή της κινήσεως… (Κωνσταντίνου Γ. Νιάρχου,ΦΙΛΟΣΟΦΕΙΝ, σελ. 45, Εκδόσεις Συμμετρία , Αθήναι 2003).
Δηλαδή το Πρώτον Κινούν Ακίνητον είναι η οντότητα που προκαλεί την κίνηση των πάντων και τους δίδει ζωή. Πρόκειται, οντολογικά, για μια μορφή απόλυτου όντος, για μια μορφή θεού.
Ο Αριστοτέλης στο περί ψυχής ζήτημα έχει πλούσια συγγραφική δραστηριότητα και σκέψη. Στον τομέα αυτό ξεχωρίζουν τα συγγράμματα του, «Περί Ψυχής» και «Μικρά Φυσικά» (Θεοδόσιος Πελεγρίνης, όπου παραπάνω, στο λήμμα Ψυχή). Ο Αριστοτέλης νομίζει την ψυχήν ως μια εν τω σώματι ενοικούσαν αρχήν, ως μια ζωοδότειραν δύναμιν, η οποία κινεί το σώμα ως όργανόν της. Είναι το τελικόν αίτιον του σώματος, η μορφή, το είδος, η ουσία του σώματος (Γρηγ. Φιλ. Κωσταρά, όπου παραπάνω, σελ 35).
Η ψυχή στον Αριστοτέλη ισχύει κατ’ αρχήν ως μορφή ή ως είδος του σώματος: «αναγκαίον άρα την ψυχήν ουσίαν είναι ως είδος σώματος φυσικού δυνάμει ζωήν έχοντος». Ένα είδος όμως, το οποίο δεν χωρίζεται του σώματος, όπως δεν χωρίζεται και η ύλη από το είδος της, «ένυλον είδος» (Μιχ. Φ. Δημητρακόπουλου, όπου παραπάνω, σελ 165-166). Η ύπαρξη, αποτελεί μια αδιάσπαστη ενότητα που το σώμα συμπληρώνει την ψυχή και αντίθετα. Δηλαδή, η ψυχή και το σώμα, αποτελούν δύο διαφορετικούς τρόπους έκφρασης της ανθρώπινης ύπαρξης. Για παράδειγμα, ο πόνος βιώνεται είτε ως αντίδραση της ψυχής (επώδυνο συναίσθημα, κλπ), είτε ως συγκεκριμένη αντίδραση του οργανισμού. Δύο τρόποι, δηλαδή, για ένα μόνο φαινόμενο (Θεοδόσιος Πελεγρίνης, όπου παραπάνω, λήμμα Ψυχή). Η Ψυχή χαρακτηρίζεται ως μια ζώσα ή έμψυχη σωματική υπόσταση, η οποία αποτελείται από ύλη και είδος (Υλίκη και μορφική αρχή) (Κωνσταντίνου Γ. Νιάρχου, όπου παραπάνω, σελ 164).
Ο Αριστοτέλης χρησιμοποιεί για την ψυχή τον όρο εντελέχεια: - «Ψυχή εστίν εντελέχεια η πρώτη σώματος φυσικού οργανικού δυνάμει ζωήν έχοντος» (Γρηγ. Φιλ. Κωσταρά, όπου παραπάνω, σελ 35). Αυτός είναι ο αριστοτελικός ορισμός της ψυχής.
Χρησιμοποιώντας τον όρο εντελέχεια που σημαίνει τελειοποίηση, πλήρωση, ο Αριστοτέλης καταδεικνύει ότι μόνο μέσω της ενώσεως της ουσίας με το είδος είναι δυνατή η σύσταση αυθύπαρκτου υπάρξεως (Κωνσταντίνου Γ. Νιάρχου, όπου παραπάνω, σελ 164).
Ένα άλλο σκέλος της θεωρητικής προσέγγισης της ψυχής από τον Αριστοτέλη είναι η ύπαρξη ψυχής και στους άλλους ζώντες οργανισμούς, ζωικούς ή φυτικούς. Θα μπορούσαμε να πούμε με κάποια επιφύλαξη πως ο Αριστοτέλης θέτει το σπέρμα της θεωρίας της Παμψυχιαρχίας (Θεοδόσιος Πελεγρίνης, όπου παραπάνω, στο λήμμα Ψυχή). Παμψυαρχία καλείται το δόγμα κατά το οποίο επικρατεί παντού «παμψυχία», δηλαδή το παν είναι έμψυχον (Χρ. Ανδρούτσος, Λεξικόν Φιλοσοφίας, σελίς 269, Εκδόσεις Βας. Ρηγοπούλου, Θεσσαλονίκη 1965).
Σύμφωνα με την Παμψυχιαρχία σε όλα τα είδη και οργανισμούς, υπάρχει ψυχή ή έστω κάποια από τις ιδιότητες της, τις «δυνάμεις» της: «Δυνάμεις δ’ είπομεν θρεπτικόν, αισθητικόν, ορεκτικόν, κινητικόν κατά τόπον, διανοητικόν» (Μιχ.Φ. Δημητρακόπουλου, όπου παραπάνω, σελ 166). Ο Αριστοτέλης, παρουσιάζει την θρεπτική ιδιότητα της ψυχής, ως την πιο σημαντική για όλους τους ζώντες οργανισμούς: «η γαρ θρεπτική ψυχή… και πρώτη και κοινοτάτη δύναμις εστί ψυχής, καθ’ ην υπάρχει το ζην άπασιν» (Μιχ. Φ. Δημητρακόπουλου, όπου παραπάνω, σελ 166). Την «θρεπτική ψυχή» την αναφέρει ο Αριστοτέλης «ως δύναμιν τουτέστιν αναπαραγωγής, αυξήσεως, λήψεως τροφής και τα λοιπά» (Μιχ. Φ. Δημητρακόπουλου, όπου παραπάνω, σελ 166).
Η θρεπτική δύναμη της Ψυχής, είναι κοινή και απαραίτητη σε όλους, δίχως εξαίρεση, τους οργανισμούς. Υπάρχουν και οι άλλες δυνάμεις της ψυχής που τις κατέχουν ορισμένα ζώα: «Την αισθητική και ταυτοχρόνως ορεκτικήψυχήν διαθέτουν τα ικανά αισθήσεως και κατά τόπον ζώα κινητικά» (Μιχ. Φ. Δημητρακόπουλου, όπου παραπάνω, σελ 166 - 167). Εντούτοις, την ανώτερη μορφή ψυχής, την μορφή του διανοείσθαι και της ύπαρξης νου, μόνο ο άνθρωπος από όλα τα αλλά ζώα και οργανισμούς, κατέχει. Είναι μια ανώτερη ψυχική ιδιότητα που ο Σταγειρίτης φιλόσοφος αποδίδει μόνο στον άνθρωπο (Μιχ. Φ. Δημητρακόπουλου, όπου παραπάνω, σελ. 167). Αυτή σε συντομία είναι η περί ψυχής διδασκαλία του Αριστοτέλους. Δεν μας μένει λοιπόν παρά να εξετάσουμε τι ακριβώς διδάσκει περί της ψυχής η Εβραϊκή Ιερά Παράδοση.
► Η περί ψυχής διδασκαλία της Εβραϊκής Παραδόσεως
Ο κεντρικός πυρήνας της περί ψυχής διδασκαλίας της Εβραϊκής Παραδόσεως βρίσκεται στο βιβλίο της Γενέσεως, στα πρώτα δύο κεφάλαια, όπου υπάρχουν οι δύο διηγήσεις για την δημιουργία του κόσμου και του ανθρώπου.
Η πρώτη διήγηση (Γένεσις, 1,1 – 2,4) προέρχεται από την ιερατική πηγή, η οποία γράφτηκε μετά την βαβυλώνιο αιχμαλωσία, 586 π. Χ.Η δευτέρα διήγηση (Γένεσις, 2,4 – 2,25) ανήκει σε προγενέστερη πηγή, την λεγόμενη γιαχβιστική, 9ος αιώνας π.Χ. (Σάββας Αγουρίδης, Βιβλικές θεολογικές μελέτες, σ. 146, Εκδόσεις «Άρτος Ζωής», Αθήνα 1993).
Η γιαχβιστική πηγή, επειδή είναι προγενέστερη της μετοικεσίας της Βαβυλώνας, φέρει έντονη την διδασκαλία του Μωυσή και των προ της Εξόδου παραδόσεων, της εβραιοαιγυπτιακής και της αβρααμικής. Η Ιερατική πηγή, ως μεταγενέστερη της βαβυλώνιας αιχμαλωσίας, φέρει σαφώς την επίδραση των βαβυλωνιακών παραδόσεων. Εξετάζοντας περιγραφές των δύο διηγήσεων για την δημιουργία του ανθρώπου από τον Θεό θα βγάλουμε χρήσιμα συμπεράσματα για το πώς θεωρούσαν οι δυο συγγραφείς,
ο Γιαχβιστής και ο Ιερατικός, την φύση της ανθρώπινης ψυχής.
Στην πρώτη διήγηση, που είναι μεταγενέστερη της δεύτερης, η ιερατική πηγή μας δίνει μια περιγραφή, της οποίας το κλασικό κείμενο της μετάφρασης των Ο’ έχει ως εξής: «24 Καὶ εἶπεν ὁ Θεός· ἐξαγαγέτω ἡ γῆ ψυχὴν ζῶσαν κατὰ γένος, τετράποδα καὶ ἑρπετὰ καὶ θηρία τῆς γῆς κατὰ γένος. καὶ ἐγένετο οὕτως. 25 καὶ ἐποίησεν ὁ Θεὸς τὰ θηρία τῆς γῆς κατὰ γένος, καὶ τὰ κτήνη κατὰ γένος αὐτῶν καὶ πάντα τὰ ἑρπετὰ τῆς γῆς κατὰ γένος αὐτῶν. καὶ εἶδεν ὁ Θεός, ὅτι καλά. 26 καὶ εἶπεν ὁ Θεός· ποιήσωμεν ἄνθρωπον κατ᾿ εἰκόνα ἡμετέραν καὶ καθ᾿ ὁμοίωσιν, καὶ ἀρχέτωσαν τῶν ἰχθύων τῆς θαλάσσης καὶ τῶν πετεινῶν τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῶν κτηνῶν καὶ πάσης τῆς γῆς καὶ πάντων τῶν ἑρπετῶν τῶν ἑρπόντων ἐπὶ γῆς γῆς. 27 καὶ ἐποίησεν ὁ Θεὸς τὸν ἄνθρωπον, κατ᾿ εἰκόνα Θεοῦ ἐποίησεν αὐτόν, ἄρσεν καὶ θῆλυ ἐποίησεν αὐτούς. 28 καὶ εὐλόγησεν αὐτοὺς ὁ Θεός, λέγων· αὐξάνεσθε καὶ πληθύνεσθε καὶ πληρώσατε τὴν γῆν καὶ κατακυριεύσατε αὐτῆς καὶ ἄρχετε τῶν ἰχθύων τῆς θαλάσσης καὶ τῶν πετεινῶν τοῦ οὐρανοῦ καὶ πάντων τῶν κτηνῶν καὶ πάσης τῆς γῆς καὶ πάντων τῶν ἑρπετῶν τῶν ἑρπόντων ἐπὶ τῆς γῆς. 29 καὶ εἶπεν ὁ Θεός· ἰδοὺ δέδωκα ὑμῖν πάντα χόρτον σπόριμον σπεῖρον σπέρμα, ὅ ἐστιν ἐπάνω πάσης τῆς γῆς, καὶ πᾶν ξύλον, ὃ ἔχει ἐν ἑαυτῷ καρπὸν σπέρματος σπορίμου, ὑμῖν ἔσται εἰς βρῶσιν· 30 καὶ πᾶσι τοῖς θηρίοις τῆς γῆς καὶ πᾶσι τοῖς πετεινοῖς τοῦ οὐρανοῦ καὶ παντὶ ἑρπετῷ ἕρποντι ἐπὶ τῆς γῆς, ὃ ἔχει ἐν ἑαυτῷ ψυχὴν ζωῆς, καὶ πάντα χόρτον χλωρὸν εἰς βρῶσιν. καὶ ἐγένετο οὕτως. 31 καὶ εἶδεν ὁ Θεὸς τὰ πάντα, ὅσα ἐποίησε, καὶ ἰδοὺ καλὰ λίαν. καὶ ἐγένετο ἑσπέρα καὶ ἐγένετο πρωΐ, ἡμέρα ἕκτη» (Γένεσις, 1, 24 – 31).
Η μετάφραση του παραπάνω κειμένου στα νέα ελληνικά είναι η ακόλουθη:
«24 Και είπε ο Θεός: Ας γεννήσει η γη έμψυχα ζώα σύμφωνα με το είδος τους, κτήνη, και ερπετά και ζώα της γης σύμφωνα με το είδος τους. Και έγινε έτσι. 25 Και έκανε ο Θεός τα ζώα της γης σύμφωνα με το είδος
τους, και τα κτήνη σύμφωνα με το είδος τους, και κάθε ερπετό της γης σύμφωνα με το είδος του. Και είδε ο Θεός ότι ήταν καλό.
26 Και είπε ο Θεός: Ας κάνουμε άνθρωπο σύμφωνα με τη δική μας εικόνα, σύμφωνα με τη δική μας ομοίωση• και ας εξουσιάζει επάνω στα ψάρια τής θάλασσας, κι επάνω στα πουλιά τού ουρανού, κι επάνω στα κτήνη, κι επάνω σε ολόκληρη τη γη, κι επάνω σε κάθε ερπετό, που σέρνεται επάνω στη γη.
27 Και ο Θεός δημιούργησε τον άνθρωπο σύμφωνα με τη δική του εικόνα• σύμφωνα με την εικόνα τού Θεού τον δημιούργησε• αρσενικό και θηλυκό τούς δημιούργησε•
28 και τους ευλόγησε ο Θεός• και είπε σ' αυτούς ο Θεός: Αυξάνεστε και πληθύνεστε και γεμίστε τη γη, και κυριεύστε την, και εξουσιάζετε επάνω στα ψάρια τής θάλασσας, κι επάνω στα πουλιά τού ουρανού κι επάνω σε κάθε ζώο που κινείται επάνω στη γη.
29 Και είπε ο Θεός: Δέστε, σας έδωσα κάθε χορτάρι που κάνει σπόρο, που είναι επάνω στο πρόσωπο ολόκληρης της γης, και κάθε δέντρο, που έχει μέσα του καρπό, δέντρο που κάνει σπόρο• αυτά θα είναι σε σας για τροφή•
30 και σε όλα τα ζώα τής γης, και σε όλα τα πουλιά τού ουρανού, και σε κάθε ερπετό που σέρνεται επάνω στη γη, και έχει μέσα του ψυχή που ζει, έδωσα κάθε χλωρό χορτάρι για τροφή. Και έγινε έτσι.
31 Και είδε ο Θεός όλα όσα δημιούργησε• και να, ήσαν πολύ καλά. Και έγινε εσπέρα, και έγινε πρωί, ημέρα έκτη» (Γένεσις, 1, 24 – 3, νεοελληνική μετάφραση).
Στην πρώτη διήγηση της Γενέσεως για την δημιουργία των ζώων και του ανθρώπου βλέπουμε ότι τα ζώα χαρακτηρίζονται ως έμψυχα, ως «ψυχαί ζῶσαι». Δηλαδή σύμφωνα με την ιερατική πηγή τα ζώα έχουν ψυχή.
Σχετικά με τον άνθρωπο η ιερατική πηγή αναφέρει ρητώς τα ακόλουθα: «26 καὶ εἶπεν ὁ Θεός· ποιήσωμεν ἄνθρωπον κατ᾿ εἰκόνα ἡμετέραν καὶ καθ᾿ ὁμοίωσιν, καὶ ἀρχέτωσαν τῶν ἰχθύων τῆς θαλάσσης καὶ τῶν πετεινῶν τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῶν κτηνῶν καὶ πάσης τῆς γῆς καὶ πάντων τῶν ἑρπετῶν τῶν ἑρπόντων ἐπὶ γῆς γῆς» (Γένεσις, 1, 26).
Στο παραπάνω χωρίο της Γενέσεως υπάρχουν δύο σημεία άξια παρατήρησης. Πρώτον, ο Θεός μιλάει στον πληθυντικό, λέει «ποιήσωμενἄνθρωπον». Και δεύτερον, ο Θεός λέει ότι ο άνθρωπος θα δημιουργηθεί «κατ᾿ εἰκόνα ἡμετέραν καὶ καθ᾿ὁμοίωσιν». Ως προς τον πληθυντικό με τον οποίο ο Θεός χρησιμοποιεί το ρήμα της δημιουργίας για τον άνθρωπο, το