Βία και Φόβος σε Σχέση με τον Εαυτό | Έρικα Γεωργιάδη
Έρικα Γεωργιάδη
Φαντάσου πως είσαι απολύτως μόνος. Ότι δεν υπάρχει τίποτε από πάνω, από κάτω ή τριγύρω σου. Κάτω από αυτές τις συνθήκες ο εαυτός όπως τον αντιλαμβάνεσαι τώρα, δεν θα υπήρχε. Δεν θα υπήρχε, επειδή καμία εξωτερική παράμετρος δεν θα υπήρχε για να τον συγκρίνεις σύμφωνα με αυτήν, και πάνω στην οποία θα μπορούσε η συνείδηση να δημιουργήσει έναν τρόπο αυτο-κατανόησης. Επομένως, ο εαυτός δεν θα υπήρχε επειδή υπάρχει μόνο σε σχέση με άλλους εαυτούς και άλλα πράγματα, γεγονός που έχει αποτέλεσμα τη συνείδηση της χωριστικότητας που είναι ο ακρογωνιαίος λίθος του εαυτού.
Από τα παραπάνω προκύπτει το πολύ βασικό ερώτημα, τι είναι ο εαυτός; Για να απαντηθεί το ερώτημα αυτό, είναι απαραίτητο να ξεκινήσουμε από τα βασικά. Ας υποθέσουμε ότι ένας εαυτός ανήκει σε έναν αρσενικό άνθρωπο περίπου 40 ετών, οπότε γνωρίζει ότι είναι άντρας. Ας τον ονομάσουμε Γιάννη. Ο Γιάννης συμπεριφέρεται διαφορετικά σύμφωνα με τις διάφορες κοινωνικές συνθήκες, όπως για παράδειγμα, όταν είναι με τα παιδιά του συμπεριφέρεται ως πατέρας, και όταν εργάζεται συμπεριφέρεται ως επιχειρηματίας, δίνοντας ή λαμβάνοντας εντολές. Όταν ψωνίζει συμπεριφέρεται ως καταναλωτής, και όταν βρίσκεται μόνος του με τη γυναίκα του, ως εραστής. Έτσι, έχουμε να κάνουμε με πολλούς εαυτούς του Γιάννη οι οποίοι προσαρμόζονται σε διαφορετικές κοινωνικές περιστάσεις, όμως, ποιος από αυτούς είναι ο πραγματικός;
Η απάντηση είναι, όλοι τους, επειδή η ιδέα που ο Γιάννης έχει για τον εαυτό του είναι στη πραγματικότητα προϊόν κοινωνικών αλληλεπιδράσεων, σχέσεων και άλλων. Έτσι, ποιον εαυτό πρέπει να γνωρίζει, του πατέρα, του εραστή, του επιχειρηματία, ή άλλους τόσους και παραπάνω; Ο ουσιαστικός εαυτός του Γιάννη είναι η υποκειμενική ιδέα που έχει για τον εαυτό του, ως μία έμβια και συνειδητή οντότητα.
Έτσι, είναι σχετικός με τη δική του κατάσταση συνειδητότητας και στην ουσία με αυτό που εκείνος σκέφτεται ότι είναι. Παρ’ όλα αυτά, ο ουσιαστικός εαυτός του Γιάννη, αυτό που εκείνος νομίζει ότι είναι, δεν μπορεί να είναι κάτι ξεχωριστό από αυτά που γνωρίζει για τον κόσμο στον οποίο ζει, και έτσι είναι απόλυτα εξαρτώμενος και συνδεδεμένος με τα πάντα γύρω του. Η συνάρτηση όλων αυτών των κομματιών του Γιάννη, όλοι οι εαυτοί που εκφράζουν διαφορετικές καταστάσεις, είναι το αποτέλεσμα κοινωνικών αλληλεπιδράσεων, συμπαθειών και αντιπαθειών, πίστεων και δυσπιστιών. Έτσι, ο εαυτός σχετίζεται, υπάρχει εξαρτώμενος από τις εξωτερικές του αλληλεπιδράσεις, και σε σχέση με άλλους. Υπό αυτή την έννοια, η ιδέα του εξατομικευμένου εαυτού είναι μία ψευδαίσθηση, όσο κι αν θέλει να τον βλέπει πραγματικό ο Γιάννης.
Ο κοινωνιολόγος Erving Goffman, υποστήριξε ότι οι άνθρωποι συμπεριφέρονται με δραματουργικό τρόπο, ακριβώς όπως σε ένα θεατρικό έργο, ερμηνεύοντας στις κοινωνικές τους ζωές έναν ρόλο με τον καλύτερο τρόπο που μπορούν. Η θεωρία του αφήνει ανοιχτή τη πιθανότητα της ύπαρξης ενός ουσιαστικού εαυτού που εκδηλώνεται μέσω μίας αλυσίδας εαυτών που εκφράζονται σύμφωνα με διαφορετικές κοινωνικές καταστάσεις. Σύμφωνα με την θεωρία του ο βασικός πρωταγωνιστής είναι ο ουσιαστικός εαυτός, αλλά αυτή έχει δεχθεί διάφορες κριτικές, γιατί αρκετοί κοινωνικοί ψυχολόγοι θεωρούν ότι ακόμα και ο «ουσιαστικός» εαυτός είναι προϊόν κοινωνικών αλληλεπιδράσεων, καταστάσεων και νοητικών φαινομένων και στην ουσία δεν μπορεί να υπάρχει σαν μια ξεχωριστή οντότητα.
Όπως αναφέρθηκε και πριν, ο εαυτός υπάρχει μόνο σε σχέση με τη συνείδηση της χωριστικότητας. Όλοι είναι ιδιαίτεροι και μοναδικοί με τον δικό τους τρόπο, όμως αυτό που συνθέτει τον εαυτό αυτού του μοναδικού ατόμου είναι παρόμοιο με ένα καλειδοσκόπιο χιλιάδων μικρών κομματιών μαζί, με διαφορετικά διαρκώς εναλλασσόμενα χρώματα, μια εικόνα που θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως μια οπτική περιγραφή του εαυτού. Παρόμοια με αυτή την ιδέα, είναι η θεωρία τη υποκειμενικότητας που υποστηρίζει ότι οι πολλαπλές ταυτότητες ενός προσώπου, όταν συνδυάζονται σαν κομμάτια ενός πάζλ δημιουργούν μία μοναδική, ατομική ταυτότητα του εαυτού. Σύμφωνα με αυτό θα μπορούσαμε να αναρωτηθούμε: όσο μοναδικός κι αν είναι, πόσο πραγματικός και μόνιμος είναι ο εαυτός; Είναι ο εαυτός μία ψευδαίσθηση;
Ο φιλόσοφος Thomas Metzinger, στη μονογραφή του The Self-Model Theory of Subjectivity, παρουσιάζει τη θεωρία του που βασίζεται στην ιδέα ότι ο εαυτός ή οι εαυτοί δεν υπάρχουν, και ότι ποτέ κανείς δεν είχε ή ήταν ένας εαυτός. Αυτό που υπάρχει είναι μόνο πολλοί φαινομενικοί εαυτοί, όπως ξεδιπλώνονται στην συνειδητή εμπειρία. Υποστηρίζει ότι ο φαινομενικός εαυτός δεν είναι κάτι συγκεκριμένο αλλά μία συνεχής διαδικασία: «Ο ισχυρισμός μου είναι ότι – οντολογικά μιλώντας – δεν υπάρχουν στο κόσμο τέτοια πράγματα όπως οι εαυτοί. Αυτό που πραγματικά υπάρχει είναι ένα ειδικό είδος αυτο-προτύπων και τα περιεχόμενά τους, και αυτά τα περιεχόμενα μας κάνουν να πιστεύουμε ότι έχουμε πραγματικά, ή ταυτιζόμαστε με έναν εαυτό.»(1)
Έτσι, υποστηρίζει την ιδέα ότι δεν υπάρχει ένας ουσιαστικός εαυτός, αλλά αυτο-πρότυπα, κατασκευασμένα με φυσικό τρόπο μέσα από συνειδητές εμπειρίες και τη γνωστική αντίληψη. Η θεωρία του αφήνει χώρο για περαιτέρω σκέψη, γιατί ο εαυτός όπως κάποιος μπορεί να τον κατανοεί, ενεργεί διαφορετικά και αλλάζει αέναα, προσαρμοζόμενος και αναπροσαρμοζόμενος και ουσιαστικά δεν υπάρχει σαν μία ατομικευμένη οντότητα. Η θεωρία του θα μπορούσε να συγκριθεί με Βουδιστικές διδασκαλίες, στις οποίες ο εαυτός θεωρείται μία ψευδαίσθηση που πηγάζει από τη χωριστικότητα. Η κατάσταση της φώτισης στον Βουδισμό, γνωστή ως Νιρβάνα, είναι η απόλυτη απουσία της συνείδησης ενός εαυτού. Στον Σουφισμό υπάρχει μία παρόμοια ιδέα που αποκαλείται fanaa, η οποία είναι η διάλυση ή ο αφανισμός του εαυτού, που οδηγεί σε μία κατάσταση επίγνωσης της ουσιαστικής ενότητας των πάντων. Με άλλα λόγια, η υπέρβαση της χωριστικότητας μπορεί να επιτευχθεί μόνον όταν δεν υπάρχει εαυτός. Παρόμοια είναι και η ιδέα της Advaita Vedanta που υποστηρίζει ότι η μοναδική πραγματική ύπαρξη είναι η μη δυαδική. Επομένως οτιδήποτε γίνεται αντιληπτό μέσα στη δυαδικότητα είναι αυταπάτη και μη υπαρκτό.
Στην Advaita Vedanta όμως, έχουμε την ύπαρξη ενός απόλυτου εαυτού που είναι ανεκδήλωτος και ανενεργός, και εξαιτίας της ψευδαίσθησης της χωριστικότητας, δηλαδή ενός ατομικού εαυτού, οι άνθρωποι δεν μπορούν να συνειδητοποιήσουν αυτόν τον απόλυτο εαυτό. Επομένως, ο κόσμος της δυαδικότητας είναι μία ψευδαίσθηση και η μη δυαδικότητα είναι η μοναδική πραγματικότητα.
Ο Πλάτωνας όμως υποστηρίζει ότι η μοναδικότητα έχει σημασία μόνο όταν υπάρχει πολλαπλότητα και ότι δεν μπορεί να υπάρξει πολλαπλότητα χωρίς τη μοναδικότητα. Έτσι η ιδέα της μοναδικότητας όπως και της δυαδικότητας είναι αλληλένδετες, η μία δεν μπορεί να υπάρχει χωρίς την άλλη, επειδή και τα δύο είναι νοητικά φαινόμενα. Έτσι, πόσο ψευδαισθητικές είναι οι ιδέες της δυαδικότητας του εαυτού και η ιδέα της ίδιας του της ατομικότητας; Είναι σίγουρα αλληλοεξαρτώμενες, γι’ αυτό και οι δύο ιδέες, της ενότητας και της δυαδικότητας, θα μπορούσαν να θεωρηθούν ψευδαισθητικές. Από την άλλη πλευρά, και η δυαδικότητα και η ενότητα θα μπορούσαν επίσης να θεωρηθούν πραγματικές. Έτσι το ερώτημα, πόσο πραγματικοί ή μη πραγματικοί είναι ο εαυτός ή οι εαυτοί μίας ανθρώπινης οντότητας, είναι ένα ερώτημα που οδηγεί σε ατέρμονες φιλοσοφικές συζητήσεις.
Παρά τη δυσκολία που έχουμε για να καθορίσουμε τι είναι ο εαυτός, υπάρχουν μερικά χαρακτηριστικά συνδεδεμένα με αυτόν, που δείχνουν κάτι για τη φύση του. Ο εαυτός προσαρμόζεται και αναπροσαρμόζεται συνεχώς, σε κοινωνικές αλληλεπιδράσεις, καταστάσεις και διαφορετικά νοητικά φαινόμενα, με συνέπεια να μπορεί να συγκριθεί με μία διαρκώς ρέουσα χορευτική κίνηση, που εναλλάσσεται κάποιες φορές αρμονικά και κάποιες άλλες όχι. Ο εαυτός, εξαιτίας της διαρκής του κίνησης, δεν είναι στατικός, αμετάβλητος, πακεταρισμένος και προσδιορισμένος με εύκολους και αδιάψευστους τρόπους, άρα η φύση του εαυτού ή των εαυτών δεν είναι στατική αλλά αλλάζει διαρκώς, κάτι που υπονοεί κίνηση και παροδικότητα. Τώρα, είτε υπάρχει ένας εαυτός, είτε πολλοί, είτε είναι μία ψευδαίσθηση, το μόνο πράγμα που είναι λογικό να συμπεράνουμε, είναι ότι ο εαυτός όπως τον γνωρίζουμε είναι παροδικός.
Ο Εαυτός όταν γεννά Βία και ζει στον Φόβο Η φύση της παροδικότητας δεν είναι κάτι τόσο ευχάριστο στον εαυτό. Δεν είναι εύκολο να δεχτεί ότι αυτό στο οποίο είναι προσκολλημένος και το αγαπά, μια μέρα θα πάψει να υπάρχει. Αυτό φυσικά προκαλεί φόβο, και πολλές φορές μπορεί να παράγει βία. Με κάποιο τρόπο ο φόβος και η βία είναι οι δύο πλευρές του ίδιου νομίσματος. Είναι φαινόμενα που έρχονται σαν αποτέλεσμα ενός εαυτού που θέλει να σιγουρέψει την ίδια του την ύπαρξη μέσω αυτο-προστασίας, αποφυγής οτιδήποτε μπορεί να προκαλέσει την αίσθηση αυτο-συντήρησης, όχι μόνο σωματικά αλλά και σε σχέση με ιδέες, αισθήματα, όνειρα. Επίσης αντιμετωπίζει με φόβο ή βία οτιδήποτε προκαλεί την αυτο-κατασκευασμένη εικόνα που έχει δημιουργήσει ένας εαυτός για τον ίδιο. Άρα και ο φόβος και η βία είναι εν μέρει εκφράσεις ενός εαυτού που αρνείται την ίδια του τη παροδική φύση γιατί αρνείται να ανταπεξέλθει ή να αποδεχτεί το status των πραγμάτων, τα οποία αλλάζουν συνεχώς. Έτσι, η επιθυμία να έχουμε κάτι μόνιμο και αιώνιο, κάτι που προσφέρει στον εαυτό την πίστη ή την ιδέα της ίδιας του της μονιμότητας, θα μπορούσε κατά κάποιο τρόπο να θεωρηθεί ως πηγή του φόβου και της βίας. Αυτό φυσικά προέρχεται από την προσκόλληση, όχι μόνο σε εξωτερικούς παράγοντες, αλλά ουσιαστικά από την προσκόλληση στον ίδιο τον εαυτό.
Για να αναλύσουμε τον φόβο και την βία ως προβλήματα που προέρχονται από την προσκόλληση στον ίδιο τον εαυτό, είναι απαραίτητο να δώσουμε μερικά χαρακτηριστικά παραδείγματα, κάποια πιο δυσδιάκριτα, και κάποια πιο γνωστά σε άλλους. Ξεκινώντας με μία πιο δυσδιάκριτη μορφή βίας που προέρχεται από συμπάθειες και αντιπάθειες πρέπει να επιστρέψουμε στον φανταστικό χαρακτήρα μας, αυτόν του Γιάννη. Όταν ο Γιάννης ήταν νέος, του άρεσε η μουσική heavy metal, και όταν μεγάλωσε κατέληξε λάτρης της κλασσικής μουσικής και έμαθε να παίζει και ένα κλασσικό όργανο.
Έτσι ο Γιάννης είναι επίσης ένας μουσικός που του αρέσει η κλασσική μουσική. Αποτελεί μέλος μίας ομάδας μουσικών που τους αρέσει η ίδια μουσική, διαβάζουν σχετικά περιοδικά και προσπαθούν να συνθέσουν κλασσική μουσική. Όποτε όμως αυτή η παρέα των κλασσικών μουσικών τύχει να ακούσει κάποιο διαφορετικό είδος μουσικής, το κριτικάρει, θεωρώντας το χαμηλότερου πολιτιστικού και διανοητικού επιπέδου. Κάποιος πλησίασε κάποτε τον Γιάννη και του είπε ότι του αρέσει η μουσική heavy metal. Ο Γιάννης δυσανασχέτησε και είπε ότι αυτό το είδος μουσικής είναι χάλια. Μαζί με τους υπόλοιπους μουσικούς της παρέας του, δρουν ασυνείδητα με έναν βίαιο τρόπο, έτσι που αυτός γεννά διαχωρισμούς και συγκρούσεις. Έτσι, η προσωπική τους μουσική προτίμηση, τους οδήγησε να δημιουργήσουν μία ομάδα που
μοιράζεται μία συλλογική ταυτότητα, σε όλους αρέσει η κλασσική μουσική. Άλλα μέλη αυτής της ομάδας μπορεί επίσης από καιρό σε καιρό να γίνουν αλαζόνες εξαιτίας της προσκόλλησής τους σε ένα συγκεκριμένο είδος μουσικής, άρα να αρχίσουν να ασκούν μία λεπτή μορφή βίας που είναι ριζωμένη στην ιδέα ότι οι προσωπικές μουσικές τους προτιμήσεις είναι ανώτερες και καλύτερες από εκείνες, όλων των άλλων.
Ένας εαυτός που σκέπτεται πως ότι του αρέσει και κάνει είναι μακράν καλύτερο και ανώτερο από αυτό που αρέσει σε άλλους, είναι ένας εαυτός που προάγει μία λεπτή μορφή βίας, και πολλές φορές όχι και τόσο λεπτή. Είναι επίσης ένας εαυτός που επιχειρεί να δομήσει μία μόνιμη βάση για τον ίδιο τον εαυτό του και με αυτό τον τρόπο αντικρούει την ίδια του τη φύση, που είναι παροδική. Με συνέπεια, οτιδήποτε μπορεί να προκαλέσει αυτό που αρέσει σε αυτόν τον εαυτό, να πυροδοτεί αντιδράσεις που μπορεί να είναι βίαιες, γιατί πηγάζουν από τον φόβο της απώλειας, ή της αλλαγής ή της ανάγκης αναπροσαρμογής σε νέα και διαφορετικά πράγματα.
Άλλες, ίσως πιο διαδεδομένες και γνωστές μορφές προσκόλλησης σε ιδέες, είναι αυτές που σχετίζονται με την πίστη στο Θεό. Πολλές φορές βλέπω ανθρώπους να μιλούν για τον Θεό με έναν θαυμασμό και μία αγάπη που με κάνουν να αναρωτιέμαι. Προσεύχονται στον Θεό, προσπαθούν να έρθουν σε επαφή με τον Θεό, ζητούν χάρες και προστασία από τον Θεό. Ένα λεπτό όμως αργότερα, κοροϊδεύουν μία μάνα που, για παράδειγμα, θέλησε να προσευχηθεί στο Θεό για να βοηθήσει το παιδί της να βρει δουλειά. Ή μετά τις εκδηλώσεις του θαυμασμού τους, της αγάπης και της αφοσίωσής τους στον Θεό, κριτικάρουν άλλους και πολλές φορές, πραγματικά μισούν άλλες θρησκευτικές ομάδες που μπορεί να πιστεύουν σε έναν «διαφορετικό» Θεό, ή σε ακόμα πιο ακραίες περιπτώσεις, να κυνηγούν και να σκοτώνουν άλλους που ανήκουν σε μία διαφορετική πίστη ή είναι παγανιστές.
Είναι ευρέως γνωστό ότι η δογματική πίστη σε μια συγκεκριμένη θρησκεία, αγκαλιάζει έναν παράδοξο θεό. Στα μάτια των πιστών αυτός ο θεός αγαπά όσους ακολουθούν την συγκριμένη θρησκεία και καταδικάζει όλους τους υπόλοιπους που μπορεί να πιστεύουν σε έναν «άλλο» θεό, ή ακόμα και σε κανέναν. Από τέτοιες αντιλήψεις προέρχεται το μίσος και κατά συνέπεια η βία. Αυτό το γεγονός, με κάποιο τρόπο, δείχνει μία μεγάλη ανθρώπινη παραδοξότητα. Οι άνθρωποι μπορούν να αγαπούν, να λατρεύουν και να προσεύχονται σε κάτι που δεν έχουν δει ποτέ, σε μία ιδέα, γιατί ο Θεός είναι μία ιδέα, και την ίδια στιγμή να εκφράζουν βιαιότητα και αδιαφορία σε κάτι που γνωρίζουν. Εάν μπορούσαν να μετατοπίσουν αυτή την εκδήλωση αγάπης και να την επικεντρώσουν σε αυτό που γνωρίζουν, που είναι οι άνθρωποι και η ανθρωπότητα, και η εκδηλωμένη ζωή στο σύνολό της, σίγουρα ο κόσμος θα ήταν διαφορετικός σήμερα. Παρ’ όλα αυτά δεν μπορούν να το κάνουν. Γιατί όμως; Γιατί, για τον εαυτό η ιδέα του Θεού είναι πολύ παρηγορητική, φέρνει ένα αίσθημα συνέχισης, δίνει την εντύπωση μίας μόνιμης αίσθησης προστασίας και φροντίδας. Ο εαυτός λαχταρά να αισθάνεται ότι υπάρχουν περισσότερα από αυτά που είναι γύρω του. Λαχταρά τη συνέχιση της ύπαρξής του μετά τον θάνατό του και ο Θεός προσφέρει όλο το «πακέτο» και θρέφει έναν εαυτό που είναι προσκολλημένος στον ίδιο τον εαυτό του.
Έτσι, πράξεις κάποιου που δρα βίαια και παράλογα ενώ λατρεύει το Θεό τόσο πολύ, δεν δείχνουν τίποτε άλλο παρά έναν εαυτό που λαχταρά την αιώνια μονιμότητα και ύπαρξη, ενώ φοβάται οποιαδήποτε ιδέα εναντιώνεται σε αυτό. Οποιαδήποτε μορφή βαθιά ριζωμένης πίστης είναι μία μορφή βίας και φόβου που εκδηλώνονται όταν αυτή η πίστη προκαλείται.
Ένας από τους πιο θαυμαστούς τρόπους για να συνειδητοποιήσει κανείς την παροδική φύση του εαυτού, και το πόσο υπέροχο πράγμα είναι η ίδια η ζωή, την οποία πρέπει να ζούμε και να απολαμβάνουμε με τον καλύτερο τρόπο που μπορούμε, όσο πιο ελεύθεροι μπορούμε, χωρίς να υπηρετούμε τυφλά οποιαδήποτε πίστη, ακόμα και για τους ίδιους μας τους εαυτούς, είναι να μελετήσουμε το σύμπαν. Να σηκώσουμε το βλέμμα μας στον ουρανό και να παρατηρήσουμε τα αστέρια τη νύχτα, να μελετήσουμε αστρονομία και να βυθιστούμε στον Σύμπαν με τον νου μας. Έτσι καταλαβαίνουμε πως τα όρια δημιουργούνται από εαυτούς που παλεύουν για την αιωνιότητά τους και αρνούνται την παροδική τους φύση, γεννώντας συνεχώς φόβο και βία. Πάντα, αφού κάποιος ταξιδεύσει στο Σύμπαν, είτε με ένα τηλεσκόπιο, είτε με τον νου του απλά παρατηρώντας τα αστέρια, ή ακόμα μέσω ενός ντοκιμαντέρ, μετά υπάρχει μία λεπτοφυής αλλαγή στον εαυτό του. Βλέπουμε ότι η ζωή είναι κάτι πολύ περισσότερο από το να προσπαθούμε να χτίζουμε κάστρα στην άμμο, πάνω στα οποία ένας εαυτός προσπαθεί να βασίσει τη παροδική του ύπαρξη.
Ας κοιτάξουμε γύρω μας, να δούμε αυτούς που ζουν στον πλανήτη μας, κοντά μας, σαν μέλη μίας μεγάλης οικογένειας, χωρίς να έχει σημασία το χρώμα τους και η γλώσσα τους, γιατί όλοι ανήκουν στην ανθρώπινη φυλή. Όλοι ονειρεύονται, υποφέρουν, προσπαθούν να φτάσουν κάπου, να βελτιώσουν τη ζωή τους. Όταν κάποιος το συνειδητοποιήσει αυτό, δεν θα προσεύχεται πια σε ένα Θεό, αλλά στην ίδια την ανθρωπότητα, δεν θα αγαπάει πια μία αόρατη ιδέα, αλλά την ανθρώπινη οικογένεια και την θαυμαστή της ποικιλομορφία. Ή ίσως να μην αγαπήσει καθόλου, αλλά θα ζήσει μία ζωή αυτο-πραγμάτωσης γιατί σε αυτή τη κατάσταση δεν έχει πραγματικά σημασία αν ο εαυτός είναι μία ψευδαίσθηση ή όχι. Απλά ΕΙΝΑΙ!
Κοίτα αυτή τη κουκίδα [Ο πλανήτης Γη από το διάστημα]. Αυτήν εδώ. Αυτό είναι το σπίτι μας. Αυτοί είμαστε εμείς. Επάνω σε αυτήν είναι όλοι όσοι αγαπάς, όλοι όσοι ξέρεις, όλοι εκείνοι για τους οποίους έχεις ακούσει κάτι, κάθε ανθρώπινο ον που έχει ποτέ υπάρξει, ζήσει τη ζωή του. Το σύνολο της χαράς και του πόνου μας, χιλιάδες από πειστικές θρησκείες, ιδεολογίες και οικονομικές διδασκαλίες, κάθε κυνηγός και βοσκός, κάθε ήρωας και δειλός, κάθε δημιουργός και καταστροφέας πολιτισμού, κάθε βασιλιάς και χωριάτης, κάθε νεαρό ερωτευμένο ζευγάρι, κάθε μητέρα και πατέρας, παιδί γεμάτο ελπίδα, κάθε εφευρέτης και εξερευνητής, κάθε δάσκαλος ηθικής, κάθε διεφθαρμένος πολιτικός, κάθε «σούπερ σταρ», κάθε «υπέρτατος ηγέτης,» κάθε άγιος ή αμαρτωλός στην ιστορία του είδους μας έζησε εκεί. Σε έναν κόκκο άμμου που κρέμεται κάτω από μία ακτίνα του ήλιου.
Η Γη είναι μία πολύ μικρή σκηνή σε μία αχανή κοσμική αρένα. Σκέψου τα ποτάμια αίματος που έχουν χυθεί από όλους εκείνους τους στρατηγούς και αυτοκράτορες, ώστε με τιμές και θριάμβους να γίνουν στιγμιαίοι αφέντες σε ένα κομματάκι μίας κουκίδας. Σκέψου τις ατελείωτες βιαιότητες που οι κάτοικοι μίας γωνιάς αυτής της κουκίδας, έχουν ασκήσει στους ελάχιστα διαφορετικούς κατοίκους μίας άλλης γωνιάς, πόσο συχνές είναι οι παρεξηγήσεις τους, πόσο πρόθυμοι είναι να σκοτώσουν ο ένας τον άλλον, πόσο φλογερά είναι τα μίση τους.
Οι στάσεις μας, η υποτιθέμενη σημασία του εαυτού μας, η πλάνη ότι έχουμε μία προνομιούχα θέση στο Σύμπαν, προκαλούνται από αυτό το σημείο αχνού φωτός. Ο πλανήτης μας είναι ένα μοναχικό στίγμα στο μεγάλο κοσμικό σκότος που το περιβάλλει.
Στην ασημαντότητά μας, σε όλη αυτή την απεραντοσύνη, δεν υπάρχει καμία ένδειξη ότι θα έρθει κάποια βοήθεια από αλλού για να μας σώσει από τους ίδιους μας τους εαυτούς.
Η Γη είναι ο μόνος μέχρι τώρα γνωστός κόσμος που παράγει ζωή. Δεν υπάρχει κανένας άλλος τόπος, στον οποίο, τουλάχιστον στο κοντινό μέλλον, θα μπορούσε το είδος να μετοικήσει. Να επισκεφθεί, ναι. Να εγκατασταθεί, όχι ακόμα. Σου αρέσει ή όχι, για την ώρα η Γη είναι το μέρος όπου πρέπει να σταθούμε.
Έχει λεχθεί ότι η αστρονομία είναι μία ταπεινωτική εμπειρία που χτίζει χαρακτήρα. Δεν υπάρχει ίσως καλύτερη απόδειξη της τρέλας που χαρακτηρίζει την ανθρώπινη έπαρση, από αυτή τη μακρινή εικόνα του μικροσκοπικού κόσμου μας. Για μένα, υπογραμμίζει την ευθύνη που έχουμε, να είμαστε πιο ευγενείς ο ένας με τον άλλον, και να συντηρήσουμε και να αγαπάμε τη χλωμή μπλε κηλίδα, το μοναδικό σπίτι που γνωρίσαμε.
Καρλ Σαγκάν, Όλη η Ανθρώπινη Ιστορία συνέβη σε αυτό το Μικροσκοπικό Πίξελ που είναι το Μόνο μας Σπίτι, Ομιλία στο Πανεπιστήμιο Κορνέλ, 13 Οκτωβρίου 1994.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
Goffman, Erving. The Presentation of Self in Everyday Life,Anchor; 1 edition (May 20, 1959)
Metzinger, Thomas. Neural Correlates of Consciousness: Empirical and Conceptual Questions. Bradford Book; 1st edition (September 4, 2000).
Taylor, S. HInchliffe, S. Clarke, J., Bromley S. Introducing to Social Lives, Making Social Live. The Open University, 2009, 2010.