Διαθρησκευτικός Διάλογος στην Ινδία του 16ου αιώνα με την Υποστήριξη του Μογγόλου Αυτοκράτορα Ακμπαρ | Δρ. Ατζίτ Μούρτι

 

AjitΟ Δρ. Ατζίτ Μούρτι είναι Επίτιμος Καθηγητής Διοίκησης Επιχειρήσεων του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας, Στανισλάους. Κατά τα τελευταία χρόνια της διδακτικής του καριέρας, το ερευνητικό του ενδιαφέρον ήταν στο πεδίο της πνευματικότητας και της ηθικής στο εργασιακό περιβάλλον. Εχει παρουσιάσει και εκδώσει αμέτρητες πραγματείες σε αυτό το πεδίο. Ο Δρ. Μούρτι είναι όλη του τη ζωή θεόσοφος και μέλος του Αμερικανικού τμήματος της Θεοσοφικής Εταιρείας από το 1975, όπου θήτευσε ως Εθνικός Ταμίας υπό την Ντόρα Κουνζ. Εχει παρουσιάσει διαλέξεις σε θεοσοφικές στοές στο Φρέσνο, το Μπέρκλεϊ και το Οκλαντ. Σήμερα ασχολείται με το να διδάσκει στη κοινότητα τεχνικές διαλογισμού, βασισμένες στην έννοια της πνευματικής επίγνωσης.

 


 

 

Ένας θρύλος. Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένας μονάρχης ενός μακρινού βασιλείου που διαφέντευε έναν θρησκευτικά πολυποίκιλο πληθυσμό. Ο μονάρχης είχε τη σοφία να αναγνωρίσει ότι για να διατηρήσει τη σταθερότητα και την αρμονία έπρεπε να είναι έντιμος και δίκαιος στην απονομή δικαιοσύνης, διατηρώντας οικονομική ισότητα και σεβόμενος τις πίστεις τους. Πραγματικά ενδιαφέρθηκε για τις θρησκείες αυτών των ανθρώπων ώστε να καταλάβει τι είχε επηρεάσει το σύστημα της πίστης τους και τον πολιτισμό τους. Προσκάλεσε κάποιους σοφούς εκπροσώπους αυτών των διαφορετικών θρησκειών και είχε έναν διάλογο μαζί τους, αρχικά ένας προς ένας, και κατόπιν ενθάρρυνε έναν ευσεβή διάλογο μεταξύ τους. Αυτός ο μονάρχης απολάμβανε να ακούει αυτούς τους διαλόγους και να απορροφά αλήθειες που ικανοποιούσαν την ευρεία αλλά οξυδερκή του κοσμοθέαση. Ήταν επίσης γνωστό ότι επισκέπτονταν αυτοπροσώπως και κρυφά, σπουδαίους αγιοπρεπείς μυστικιστές και άκουγε τα μηνύματά τους και τα τραγούδια τους. Άρχισε να οικειοποιείται κάποιες από τις ιδέες και τις πρακτικές τους για να διευρύνει τις πνευματικές του πρακτικές. Φυσικά στους ηγέτες της δικής του θρησκείας δεν άρεσε το γεγονός ότι έδινε αντίστοιχη προσοχή σε ανθρώπους άλλων πίστεων. Σε αυτούς φαινόταν πως εκείνος απομακρυνόταν από την θρησκεία του και ήταν ιδιαίτερα χολωμένος με την υποτιμητική τους επιρροή. Ο λαός όμως άρχισε με την σειρά του να σέβεται τον μονάρχη και δεσμεύτηκε να συνεργαστεί μαζί του ώστε να βασιλεύει η ειρήνη. Μάλιστα όταν πέθανε οι άνθρωποι πίστεψαν ότι αυτός έκλεινε προς τη δική τους θρησκεία και έτσι πέθανε σαν ένας από αυτούς!

Πιθανόν να έχετε μαντέψει ως τώρα από τον τίτλο της εργασίας ότι αυτός ο μονάρχης ήταν ο Μογγόλος Αυτοκράτορας Άκμπαρ που κυβέρνησε σε μεγάλα τμήματα της Ινδίας και του Αφγανιστάν από το 1556 έως το 1605 μ.Χ. Η σταθερή και καλοπροαίρετη διακυβέρνησή του ήταν σε πλήρη αντίθεση με αυτήν των προκατόχων του Μογγόλων αυτοκρατόρων και Μουσουλμάνων κυβερνητών. Οι Μουσουλμάνοι κυβερνήτες ήταν γνωστοί για τις καταπιεστικές και τυραννικές τους κυβερνήσεις με την επιβολή του Μουσουλμανικού νόμου της Σαρία στον ταπεινό κυριαρχημένο λαό. Επίσης κατέστρεψαν και ισοπέδωσαν πολλούς Βουδιστικούς και Ινδουιστικούς ναούς, χτίζοντας συχνά τζαμιά ακριβώς στα ίδια σημεία με τα ίδια υλικά. Επίσης όρισαν τον τζίζια[1] έναν απεχθή φόρο για τους μη Μουσουλμάνους, όπως επίσης και τον μη δημοφιλή φόρο προσκυνήματος. Οι Μογγόλοι αυτοκράτορες πριν από αυτόν, δηλαδή ο πατέρας του Χουμαγιούν και ο παππούς του Μπαμπούρ ήταν πιο μετριοπαθείς από τους Μουσουλμάνους κυβερνήτες πριν από αυτούς, αλλά είχαν συνεχίσει τη συλλογή του τζίζια.

Το Ιστορικό Υπόβαθρο του Άκμπαρ 

1Οι πρόγονοι του Άκμπαρ ήταν διαπρεπείς Μογγόλοι κυβερνήτες, όπως ο Τζένγκινς Χαν και ο Τιμούρ (γνωστότερος ως Ταμερλάνος). Ο παππούς του Άκμπαρ, ο Μπαμπούρ, ήρθε στην Ινδία μέσω της Περσίας και κατατρόπωσε το Σουλτανάτο του Ιμπραήμ Λόντι στο Δελχί, το 1526. Οι απόγονοι του Τιμούρ ήταν γνωστοί ως βιαιότατοι πολεμιστές αλλά γενικά ήταν απελευθερωμένοι από κάθε θρησκευτική αδιαλλαξία και μισαλλοδοξία. Κάθε πρίγκιπας της γενιάς του Τιμούρ ήταν γνωστός γενικά για τη κουλτούρα του, το ανοικτό του μυαλό και το εύρος των γνώσεών του. Με το πέρασμα των γενεών μετακινήθηκαν από ένα κλάδο του Ισλάμ σε άλλον, από τον Σιά στον Σουνί. Ο Μπαμπούρ ήταν ένας Σουνί που πήρε για σύζυγο μία Σιά, όμως το ζευγάρι δεν είχε κανένα πρόβλημα να αγαπηθεί και να ζήσει αρμονικά. Ο γιος του Μπαμπούρ, ο Χουμαγιούν, επίσης παντρεύτηκε μία Σιά. Ο χουμαγιούν δεν έκανε καμία διάκριση στο να δίνει δουλειά, είτε σε Σιά είτε σε Σουνίτες. Είναι αξιοσημείωτο το γεγονός ότι ο Χουμαγιούν έχτισε μία νέα πόλη στις όχθες του ποταμού Τζούμνα και την ονόμασε Ντιν-Πανά που σημαίνει Άσυλο της Πίστης. Σκοπός του ήταν η Ντιν-Πανά να αποτελέσει καταφύγιο σοφών και διανοούμενων από όλες τις χώρες και τα δόγματα του Ισλάμ. Ελκυόταν ιδιαίτερα από τον Σουφισμό και απολάμβανε να συνθέτει ποίηση. Ο Άκμπαρ αναμφίβολα είχε μία καθολική ανατροφή και πίστευε στην ετεροδοξία. 

Η Συνολική Θρησκευτική Στάση του Άκμπαρ 

Ο Άκμπαρ ήταν ένας σπάνιος Μουσουλμάνος μονάρχης που έδειξε ανοιχτά ενδιαφέρον σε άλλες πίστεις και δεν πειθαναγκάστηκε από τους Μουσουλμάνους κληρικούς που τον απέτρεπαν από τις πίστεις των Καφίρ (των απίστων δηλαδή). Από την αρχή επέδειξε περιέργεια και ενδιαφέρον σε θρησκευτικές πραγματείες. Ξεκίνησε ακούγοντας Μουσουλμάνους μελετητές αλλά έδειξε την απέχθειά του όταν είδε τον τρόπο με τον οποίο οι διαφορετικές σέκτες στο Ισλάμ περιφρονούσαν η μία την άλλη και εμπλέκονταν σε ασήμαντες διαμάχες. Σταδιακά άρχισε να ενδιαφέρεται να ακούει για τη θρησκευτική κοσμοθέαση άλλων πίστεων, όπως του Ινδουισμού, Σιϊσμού, Ζαϊνισμού, Βουδισμού, Ζωροαστρισμού, Χριστιανισμού και Σουφισμού. Απολάμβανε να ακούει τις συζητήσεις μεταξύ αυτών των εκπροσώπων. Για τον σκοπό αυτό, μετά από μία εκ των καθιερωμένων ετήσιων επισκέψεών του στη ντάργκα (τον ιερό τάφο δηλαδή) του διάσημου αγίου Σούφι Τσίστι ,έχτισε μέχρι και μία ειδική αίθουσα που την αποκάλεσε Ιμπαντάτ Κανά (που σημαίνει Οίκος Λατρείας) στο παλάτι του στη περιοχή Φατεπούρ Σικρί στην Άγκρα. Υιοθέτησε επίσης τη πνευματική αρχή σουλ-ι-κουλ των Σούφι (που σημαίνει παγκόσμια ειρήνη ή αλλιώς για το γενικό καλό όλων των ανθρώπων) ως τη φιλοσοφία που τον καθοδηγούσε στην ανάπτυξη της συνολικής του κοσμοθέασης, αλλά και της διοικητικής του πολιτικής. Για παράδειγμα, συνειδητοποίησε ότι σε πολλά τμήματα της αυτοκρατορίας του οι τοπικοί Μουσουλμάνοι δικαστές, επικουρούμενοι από τους κληρικούς, κοινοποιούσαν σκληρές και άδικες ποινές σε μη Μουσουλμάνους, βασισμένοι στην ερμηνεία της Σαρία από τους τοπικούς κληρικούς. Έτσι κήρυξε τον εαυτό του Χαλίφη των χρόνων, που σημαίνει ότι ήταν ο τελικός κριτής στις αποφάσεις για το αν οι νόμοι και οι κανόνες ήταν βασισμένοι στη σωστή ερμηνεία των νόμων του Κορανίου. 

Κάλεσε εκπροσώπους από την αυτοκρατορία του που μπορούσαν να αποδώσουν ευκρινώς τα πιο λεπτά σημεία της πίστης τους και ειδικά αυτούς που είχαν διαποτίσει τη ζωή τους με αυτήν. Δεν ανεχόταν για πολύ τους στενόμυαλους μισαλλόδοξους. Συμπαθούσε ιδιαίτερα τους μυστικιστές αυτών των θρησκειών και μερικές φορές τους επισκεπτόταν αυτοπροσώπως μυστικά, αν ήταν ανάγκη. 

3Διακατεχόταν από αξιοσημείωτη ευθύτητα και ανεξάρτητη κρίση σχετικά με τα χαρακτηριστικά μίας θρησκείας που τον έλκυαν, συμπεριλαμβανομένων και αυτών του Ισλάμ. Αρνήθηκε να αποδεχτεί ότι μία και μοναδική θρησκεία είχε όλες τις απαντήσεις για όλους τους ανθρώπους. Του άρεσε ο μονοθεϊσμός και αδιαφορούσε για τον πολυθεϊσμό ή τα είδωλα. Κάτι που μάλλον είναι κατανοητό, δεδομένου του Ισλαμικού του υπόβαθρου. 

Δεν ενδιαφερόταν και πολύ για την μηχανική, τελετουργική προσέγγιση στη θρησκεία. Παρ’ όλα αυτά έκανε κάποιες τελετές καθημερινά, ιδιαιτέρως για να λατρεύσει τον ήλιο. Αυτό το έμαθε, είτε από τους Ζαϊνιστές, είτε από τους Ινδουιστές. Ο ήλιος τον τραβούσε γιατί ήταν η πηγή όλης της ζωής στη Γη. 

Του άρεσε να βρίσκει κοινά στοιχεία μεταξύ των θρησκειών. Επιχείρησε μέχρι και να δημιουργήσει μία παγκόσμια θρησκεία, την Ντιν-Ι-Ιλαχί (που σημαίνει Θεία Πίστη) η οποία περιείχε στοιχεία και δοξασίες αποδεκτά από κάθε ανοιχτόμυαλο άνθρωπο διαφορετικών πίστεων. Κατ’ αυτό τον τρόπο ήταν ένας Θεόσοφος που ενδιαφερόταν για τη συγκριτική μελέτη των θρησκειών. 

Η Ντιν-Ι-Ιλαχί 

2Η Ντιν-Ι-Ιλαχί ή θεία πίστη ήταν περισσότερο μία ομάδα από πρακτικές και δοξασίες ηθικής, παρά μία θρησκεία. Είδε καθαρά την ύπαρξη μίας παραφωνίας μεταξύ πολλών ειδών θρησκευτικών νόμων, δοξασιών και δογμάτων στην αυτοκρατορία του. Έτσι επιδίωξε τη δημιουργία ενός συστήματος δοξασιών που θα μπορούσαν να ενώσουν υποστηρικτές διαφορετικών θρησκειών με την προϋπόθεση ότι αυτοί θα ήταν ανοιχτόμυαλοι. Από όσα γνωρίζουμε, μόνο 19 άνδρες του εσωτερικού κύκλου μυήθηκαν επίσημα στην Ντιν-Ι-Ιλαχί. Σε αυτούς συμπεριλαμβανόταν ο Γιαχανγκίρ, ο εστεμμένος πρίγκιπάς του. Ίσως δεν ήταν ποτέ γραπτό αυτή η κίνηση να πιάσει ως μία μαζική πίστη, αλλά να δημιουργήσει πρότυπα συμπεριφοράς μέσω των μυημένων σε αυτήν. Ο Άκμπαρ σιγουρεύτηκε ότι δεν επρόκειτο να θεωρηθεί ως ένας Προφήτης και ότι οι μυημένοι στην Ντιν-Ι-Ιλαχί δεν αναμενόταν να την απαρνηθούν. 

  1. Η βασική αρχή της Πίστης ήταν η μοναδικότητα του Θεού και η σημαντικότητα του να κάνουμε επίκεντρο της ζωής μας τον Θεό. Για να βοηθηθούμε να το κάνουμε αυτό, αν απαιτείτο κάποιο εξωτερικό σύμβολο, τότε ο Ήλιος, η Σελήνη ή η φωτιά θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για λατρευτικούς σκοπούς.
  2. Ο Άκμπαρ σεβόταν όλες τις θρησκείες και έτσι θεωρούσε κάτι τέτοιο ως πρωτεύουσα αρχή της Ντιν-Ι-Ιλαχί. Τον γιο του τον Γιαχανγκίρ κατά τη διάρκεια της μύησής του στη πίστη αυτή, τον συμβούλευσε να ακολουθεί το κανόνα της παγκόσμιας ειρήνης σε ότι έχει σχέση με τον σεβασμό προς άλλες θρησκείες.
  3. Πολλοί κανόνες κοινοποιούνταν στους μυημένους από καιρό εις καιρόν. Κάποιοι από αυτούς ήταν μία λίστα από αυτά που επιτρέπεται να γίνονται ή όχι. Για παράδειγμα τα αγόρια δεν επιτρεπόταν να παντρεύονται πριν τα 16 και τα κορίτσια πριν τα 14. Αυτό προφανώς είχε γίνει σε απάντηση της πρακτικής που ακολουθείτο στην Ινδία σχετικά με τους γάμους των παιδιών. Άλλος κανόνας ήταν ότι τα μέλη θα έπρεπε να απέχουν από τη κρεατοφαγία. Κάποιες από αυτές τις κοινοποιήσεις αποστέλλονταν σε όλη την αυτοκρατορία και η εκτέλεσή τους αποθέτονταν στους τοπικούς Μουσουλμάνους κυβερνήτες.
  4. Επίσης έφτιαξε μία λίστα με τις αρετές τις οποίες τα μέλη ενθαρρύνονταν να καλλιεργήσουν:

Σύγκριση μεταξύ της Ντιν-Ι-Ιλαχί και της Διακήρυξης μίας Παγκόσμιας Ηθικής (1993) 

Κατά την εκπόνηση της 100ης επετείου της πρώτης Βουλής των Θρησκειών του Κόσμου (που έγινε το 1893), και πάλι στο Σικάγο, το Συμβούλιο για τη Βουλή των Θρησκειών του Κόσμου, αποτελούμενο από περίπου 200 ακαδημαϊκούς, κατάρτισε μία δήλωση Παγκόσμιας Ηθικής που θα μπορούσε να επιβεβαιωθεί από εκπροσώπους διαφορετικών πίστεων που συμμετείχαν στη Βουλή του 1993. Αντλώντας στοιχεία από πολλές θρησκείες και πνευματικές παραδόσεις του κόσμου, η διακήρυξη προσδιορίζει τέσσερις βασικές δηλώσεις ως κοινές αρχές ουσιώδους σημασίας για την παγκόσμια ηθική. Περισσότεροι από 200 ηγέτες από 40 και πλέον παραδόσεις πίστης και πνευματικές κοινότητες υπέγραψαν αυτή τη Διακήρυξη στη Βουλή των Θρησκειών του Κόσμου. Από τότε έχει υπογραφεί από χιλιάδες περισσότερους ηγέτες και άτομα από όλο τον κόσμο. Ως εκ τούτου, έχει δημιουργηθεί ένα κοινό έδαφος για τους ανθρώπους της πίστης, ώστε να συμφωνούν και να συνεργάζονται για το κοινό καλό. 

Είναι ενδιαφέρον να συγκρίνουμε αυτές τις τέσσερις δηλώσεις με την Ντιν-Ι-Ιλαχί του Άκμπαρ.

  1. 1.Δέσμευση σε μία κουλτούρα μη βίας και σεβασμού προς τη ζωή. Ο Άκμπαρ ήταν αρκετά σοφός ώστε να συνειδητοποιήσει πως για να διατηρήσει την αρμονία και την ειρήνη στην αυτοκρατορία του, ήταν πιο έξυπνο να επιλέξει τη διπλωματία και την αλληλεγγύη αντί για τη βία.
  2. 2.Δέσμευση σε μία κουλτούρα σύμπνοιας και μίας δίκαιης οικονομικής τάξης. Αυτή η δήλωση μοιάζει με την ιδέα του Άκμπαρ να αφαιρέσει τους μεροληπτικούς φόρους και να προάγει την οικονομική ισότητα μεταξύ των διαφόρων υπηκόων του. Γεγονός που με τη σειρά του δημιούργησε ένα πνεύμα καλής θέλησης μεταξύ των ανθρώπων και συγκέντρωσε υποστήριξη για την βασιλεία του.
  3. 3.Δέσμευση σε μία κουλτούρα ανεκτικότητας και μίας ζωής ειλικρίνειας. Η Ντιν-Ι-Ιλαχί δίνει ξεκάθαρα έμφαση στην ανεκτικότητα και στο σεβασμό απέναντι σε άλλες πίστεις όπως και στην ηθική συμπεριφορά. Στην ουσία, ένα από τα κίνητρα για την επικύρωση της Ντιν-Ι-Ιλαχί ήταν η δημιουργία μίας κουλτούρας κοινών ηθικών αρχών και σεβασμού μεταξύ των ανθρώπων διαφορετικών πίστεων.
  4. 4.Δέσμευση σε μία κουλτούρα ίσων δικαιωμάτων και συντροφικότητας μεταξύ ανδρών και γυναικών. Ο Άκμπαρ σεβόταν τις γυναίκες, γεγονός που διαφαίνεται μέσα από τις απόψεις του και την πολιτική του. Απεχθανόταν το γάμο των παιδιών που επικρατούσε μέχρι πριν. Επίσης πίστευε στο γάμο με μία γυναίκα, πιθανώς ενάντια στο έθιμο που επιτρεπόταν από το Ισλάμ για γάμο μέχρι και με τέσσερις γυναίκες, όπως επίσης και στο Ινδουιστικό έθιμο που επέτρεπε την κατοχή πολλών ερωμένων μεταξύ των πλουσίων. Επίσης έγινε γνωστός για την προσπάθειά του να μειώσει τη πορνεία και για το γεγονός ότι συχνά τιμωρούσε τους αυλικούς του όταν τους έβρισκαν σε οίκους ανοχής. 

Συμπέρασμα 

Ο Άκμπαρ ήταν ένας ξεχωριστός Μουσουλμάνος μονάρχης, όντας μπροστά από τον καιρό του, με την υποστήριξη ενός διαθρησκευτικού διαλόγου μεταξύ εκπροσώπων διαφορετικών πίστεων. Επιδείκνυε ιδιαίτερο προσωπικό ενδιαφέρον για αυτές τις συζητήσεις. Επίσης κάλεσε μυστικιστές από διαφορετικές πίστεις σε αναζήτηση πνευματικής σοφίας. Έφθασε στο συμπέρασμα ότι οι διαφορετικές θρησκείες ήταν στη πραγματικότητα ταυτόσημες σε συγκεκριμένες βασικές πίστεις και ηθικές αρχές. Προσπάθησε να δώσει μορφή σε αυτές τις βασικές πίστεις και ηθικές αρχές και την ονόμασε Ντιν-Ι-Ιλαχί. Προσκάλεσε τους στενότερους συνεργάτες του στην αυλή να μυηθούν στην Ντιν-Ι-Ιλαχί και να ενσωματώσουν αυτές τις ηθικές αρχές στην καθημερινή τους ζωή. Ελπίδα του ήταν ότι καθώς αυτές οι αρχές θα γίνονταν ευρέως γνωστές, άνθρωποι καλής θέλησης θα συνειδητοποιούσαν ότι πράγματι υπάρχουν συγκεκριμένες βασικές ηθικές αρχές που τέμνουν τις πίστεις. Ακόμα κι αν η Ντιν-Ι-Ιλαχί δεν είχε ευρεία έκταση, η προσωπική ηθική συμπεριφορά του Άκμπαρ και ο σεβασμός του για διαφορετικές θρησκείες του χάρισαν μεγάλη υπεραξία που κράτησε μέχρι και τη βασιλεία του γιου του Γιαχανγκίρ και του εγγονού του Σαχ Γιαχάν. 

Η αναζήτησή του για πνευματικές πίστεις πέρα από το Ισλάμ δεν έγινε χωρίς ρίσκο. Εκνεύρισε τους Μουσουλμάνους κληρικούς οι οποίοι σε μερικά τμήματα της αυτοκρατορίας του υπέθαλψαν εξεγέρσεις. Πάνω απ’ όλα η βασιλεία του θεωρήθηκε στην Ινδία πρότυπο δικαιοσύνης και σεβασμού στη διαφορετικότητα. Εισήγαγε μία εποχή αρμονίας μεταξύ Μουσουλμάνων και Ινδουιστών. 


 Πηγές 

1. R. Krishnamurti, Akbar, the Religious Aspect, Published by Maharaja Sayajirao University of Baroda, 1961.

2.Makhanlal Roychoudhury, Din-i-Ilahi or The Religion of Akbar, Published by the University of Calcutta, 1941.

3.Baldev Bishnoi, “Akbar and the Era of Multi-religious Empire”, http://www.publishyourarticles.org/knowledge-hub/history/akbar-and-the-era-of-multi-religious-empire.html

4.Towards a Global Ethic http://www.parliamentofreligions.org/_includes/FCKcontent/File/TowardsAGlobalEthic.pdf



[1] Σύμφωνα με την άποψη των Μουσουλμάνων κυβερνητών, ο τζίζια αποτελούσε μία υλική απόδειξη αποδοχής της υποταγής των μη Μουσουλμάνων στη πολιτεία και τους νόμους της. Σε αντάλλαγμα, επιτρεπόταν στους μη Μουσουλμάνους πολίτες να ασκούν τη πίστη τους και να απολαμβάνουν ένα μέτρο κοινωνικής αυτονομίας. (πηγή: Investopedia)