Οι Ελληνικές Πηγές της Μεσαιωνικής και Αναγεννησιακής Μαγείας | Ιωάννης Μαραθάκης
Ο Ιωάννης Μαραθάκης σπούδασε Θεολογία στην Αθήνα. Το ενδιαφέρον του επικεντρώνεται στην Ιστορία της Δυτικής Εσωτερικής Παράδοσης και ειδικότερα της Μαγείας. Το 2007 δημοσίευσε το βιβλίο Αναζητώντας την Κλείδα του Σολομώντα, μια ιστορία της Σολομωνικής Γραμματείας, ενώ το 2011 το βιβλίο The Magical Treatise of Solomon or Hygromanteia, το οποίο περιλαμβάνει μετάφραση και σχολιασμό του ελληνικού πρωτοτύπου της Κλείδας του Σολομώντα. Ανάμεσα στα άρθρα του υπάρχει μια ιστορική αναδρομή των συνταγών περί αορατότητας, From the Ring of Gyges to the Black Cat Bone, καθώς και μια εισαγωγή στο ελληνικό κείμενο της Υγρομαντείας, με τίτλο A Source of the Key of Solomon: The Magic Treatise or Hygromancy or Epistle to Rehoboam.
Μια από τις πηγές της Δυτικής εσωτερικής παράδοσης είναι και τα μεσαιωνικά και αναγεννησιακά βιβλία μαγείας. Αυτό που δεν είναι τόσο γνωστό ωστόσο, είναι ότι πολλά από τα παραπάνω βιβλία έχουν χρησιμοποιήσει ως πηγές παλαιότερα ελληνικά κείμενα αντιστοίχου περιεχομένου, τα οποία χρονολογούνται είτε από την Ύστερη Αρχαιότητα είτε από το Βυζάντιο. Προκειμένου να αναλυθούν καλύτερα τα κείμενα αυτά, θεώρησα καλό να προβώ πρώτα σε μια ομαδοποίησή τους, με βάση το τί πίστευαν οι ίδιοι οι αποκρυφιστές της Αναγέννησης.
Γι’αυτό το σκοπό, θα ξεκινήσω με ένα βιβλίο που κατά κοινή ομολογία θεωρείται ένας από τους θεμέλιους λίθους της Δυτικής Εσωτερικής Παράδοσης, μια, θα λέγαμε, Αναγεννησιακή εγκυκλοπαίδεια του αποκρυφισμού. Αυτό δεν είναι άλλο από τα Τρία Βιβλία Απόκρυφης Φιλοσοφίας του Κορνηλίου Αγρίππα. Ο Αγρίππας, μετά από σπουδές στη φιλολογία, στην ιατρική και στο δίκαιο, και φανερά επηρεασμένος από νεοπλατωνίζουσες προσωπικότητες της εποχής, όπως ο Μαρσίλιο Φιτσίνο και ο Γιόχαν Ρόιχλιν, αποφάσισε να γράψει μια πραγματεία περί μαγείας, την οποία είχε ήδη ολοκληρώσει το 1510, σε ηλικία μόλις είκοσι τεσσάρων ετών.
Τα μέρη του βιβλίου του ήταν τρία, ακριβώς γιατί κατ’ αυτόν τρεις ήταν και οι κατηγορίες της μαγείας. Το πρώτο μέρος ήταν αφιερωμένο στη λεγόμενη Φυσική Μαγεία, δηλαδή στις κρυμμένες δυνάμεις που περιέχονται στα ίδια τα υλικά αντικείμενα και όντα, δηλαδή στα τέσσερα στοιχεία, στα ορυκτά, στα φυτά και στα ζώα. Η δεύτερη κατηγορία της μαγείας, στην οποία αφιερώνει το δεύτερο βιβλίο της Απόκρυφης Φιλοσοφίας του, είναι η Ουράνια Μαγεία, η αστρολογική μαγεία θα λέγαμε σήμερα. Σύμφωνα με τις αρχές της αστρολογικής μαγείας, μπορεί κάποιος να χρησιμοποιήσει τις δυνάμεις των ζωδίων, των πλανητών, των ουρανίων δεκανών και των απλανών αστέρων για θεραπευτικούς ή άλλους σκοπούς, συνήθως κατασκευάζοντας ένα τάλισμαν κάτω από τις αντίστοιχες αστρολογικές επιδράσεις. Το τρίτο είδος μαγείας, τέλος, είναι αυτό που σχετίζεται με τον πνευματικό κόσμο, δηλαδή με το Θεό, τους αγγέλους, τα πνεύματα των στοιχείων και τους δαίμονες.
Ξεκινώντας από τη Φυσική Μαγεία πρώτα, θα πρέπει να παρατηρήσουμε ότι μια από τις κύριες πηγές του Αγρίππα είναι ένα βιβλίο κατά δύο αιώνες παλαιότερο, το Liber Aggregationis, ή αλλιώς Βιβλίο των Μυστικών του Μεγάλου Αλβέρτου. Αυτό στο παρελθόν απεδίδετο στο Μεγάλο Αλβέρτο, έναν Γερμανό Ρωμαιοκαθολικό επίσκοπο και θεολόγο του 13ου αιώνα, ο οποίος απέκτησε φήμη ως φυσικός φιλόσοφος, ως υπομνηματιστής του Αριστοτέλη και ως υποστηρικτής της ανεξαρτησίας της επιστήμης από τη θρησκεία. Ο Μέγας Αλβέρτος ήταν πολυγραφότατος, και τα έργα του, τα οποία συγκεντρώθηκαν το 1899 σε τριάντα οκτώ τόμους, καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα θεμάτων, όπως λογική, θεολογία, βοτανολογία, αστρονομία, αστρολογία, αλχημεία, ζωολογία, φυσιολογία και άλλα.
Σήμερα, αν και είναι βέβαιο ότι το Liber Aggregationis δεν αποτελεί έργο του ίδιου του Αλβέρτου, ωστόσο γνωρίζουμε με βεβαιότητα πως ο συγγραφέας του έζησε την ίδια περίπου εποχή. Όπως υπονοεί και ο τίτλος του, σε μετάφραση Βιβλίο των Συγκεντρωμένων Πραγμάτων, αποτελεί μια ανθολογία από παλαιότερα βιβλία. Περιέχει έναν κατάλογο με δεκαέξι βότανα μαζί με τις μαγικές τους ιδιότητες. Για παράδειγμα, αυτός που κρατά τσουκνίδα μαζί με μυριόφυλλο γίνεται άφοβος. Ακολουθεί ένας κατάλογος με σαράντα πέντε λίθους που έχουν ληφθεί από ένα πραγματικό έργο του Αλβέρτου, ένας άλλος με δεκαοκτώ ζώα, κάποια αστρολογικά κείμενα, και μια σειρά από συνταγές, του τύπου «αν τοποθετήσεις δόντι φοράδας στο κεφάλι κάποιου που βρίσκεται σε κατάσταση μανίας, θα τον ηρεμήσει».
Ενα από τα πιο ενδιαφέροντα τμήματα του Liber Aggregationis είναι ένας κατάλογος με επτά βότανα που αποδίδονται στους επτά πλανήτες, μαζί με τις μαγικές τους ιδιότητες. Σύμφωνα με το συγγραφέα, το μικρό αυτό βοτανολόγιο είχε συνταχθεί από το Μέγα Αλεξανδρο. Ο ίδιος κατάλογος παρατίθεται και από τον Κορνήλιο Αγρίππα, αλλά μόνο ονομαστικά. Ο Αγρίππας αναφέρει ότι τον έχει αντιγράψει από τον Αλβέρτο, αλλά αποδίδει την πατρότητά του στον Ερμή τον Τρισμέγιστο, μάλλον κατά λάθος. Προφανώς βέβαια ούτε ο Μέγας Αλέξανδρος είχε σχέση με το κείμενο στην πραγματικότητα, αλλά είναι εντυπωσιακό το ότι το βοτανολόγιο αυτό έχει σωθεί και στα ελληνικά, και μάλιστα αποδίδεται στον ίδιο συγγραφέα. Για την ακρίβεια, είναι ένα από τα τέσσερα διαφορετικά πλανητικά βοτανολόγια που μπορεί να βρει κανείς σε ελληνικά χειρόγραφα. Υπάρχει σε δύο εκδοχές, μια σύντομη, η οποία σώζεται σε δύο χειρόγραφα, και μια εκτενέστερη που σώζεται σε πέντε.
Μολονότι το αρχαιότερο ελληνικό χειρόγραφο που γνωρίζουμε ανήκει στο 15ο αιώνα, το έργο είναι οπωσδήποτε παλαιότερο του 12ου, καθώς σώζεται μια λατινική μετάφρασή του έναν αιώνα περίπου πριν τη συγγραφή του Liber Aggregationis. Η λατινική μετάφραση ωστόσο περιέχει λάθη. Το βότανο του Διός, το Σακχαρώνιον, δηλαδή το ζαχαροκάλαμο, ήδη σε κάποια ελληνικά χειρόγραφα έχει διαστρεβλωθεί σε Αχρόνιος και δεν αναγνωρίζεται. Ο λατινόγλωσσος μεταφραστής αντιγράφει από κάποιο τέτοιο διαστρεβλωμένο χειρόγραφο, μεταφέρει την ονομασία του βοτάνου ως Acharonis, και καθώς δεν μπορεί να το ταυτοποιήσει, επινοεί την εξήγηση Υοσκύαμος, η οποία αντιγράφεται αργότερα και από το Liber Aggregationis και από τον Αγρίππα. Το ίδιο συμβαίνει και με το βότανο της Σελήνης, το οποίο από Κυνοβάτη ή Κυνόσβατος, δηλαδή αγριοτριανταφυλλιά, μεταφέρεται ως Chynostates και δεν μπορεί να ταυτοποιηθεί.
Στην Απόκρυφη Φιλοσοφία του Κορνηλίου Αγρίππα σώζεται και ένας δεύτερος, διαφορετικός κατάλογος πλανητικών βοτάνων. Ο Αγρίππας αποδίδει τον κατάλογο αυτό στον Απουλήιο, τον γνωστό συγγραφέα του 2ου αιώνα. Στην πραγματικότητα βέβαια, στον Απουλήιο αποδίδεται ψευδώς ένα τελείως διαφορετικό βοτανολόγιο, το De Herbarum Virtutibus, δηλαδή Περί των Δυνάμεων των Βοτάνων ή αλλιώς Βοτανολόγιο του Απουληΐου του Πλατωνικού, το οποίο περιγράφει 131 διαφορετικά βότανα μαζί με τις ιδιότητές τους και γράφτηκε κατά τον 5ο αιώνα. Αυτό που συνέβη ήταν το εξής: Κατά το 1528 το Βοτανολόγιο του ψευδο-Απουληΐου εκδόθηκε από τον γιατρό και κλασσικιστή Γιόχαν Βίντερ φον Αντερναχ μαζί με ένα παράρτημα που προέρχεται από άλλη πηγή και περιγράφει ακριβώς τα βότανα των επτά πλανητών και τους τρόπους χρήσης τους. Ο Αγρίππας θεώρησε ότι η πηγή του παραρτήματος ήταν ίδια με την πηγή του κυρίως έργου, και απέδωσε την πατρότητά του στον Απουλήιο.
Ωστόσο, το παράρτημα αυτό δεν ήταν παρά μια πολύ παλιά λατινική μετάφραση ενός δευτέρου ελληνικού βοτανολογίου, η οποία πραγματοποιήθηκε κατά το τέλος του 5ου ή κατά τις αρχές του 6ου αιώνα. Το συγκεκριμένο κείμενο έχει σωθεί σε τουλάχιστον πέντε ελληνικά χειρόγραφα, κατά τα οποία αποδίδεται στον Ερμή τον Τρισμέγιστο. Η μοναδική διαφορά του ελληνικού βοτανολογίου από τη λατινική μετάφρασή του είναι το βότανο του Ηλίου, όπου αντί για το κιχώριο αναφέρεται το ηλιοτρόπιο. Αυτό συμβαίνει επειδή σε ένα ελληνικό χειρόγραφο, το υπ’ αριθμόν 2502 της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας, αναφέρονται τα εξής: «Το βότανο του Ηλίου ονομάζεται ηλιοτρόπιο. Υπάρχουν πολλά είδη ηλιοτροπίων, αλλά το πιο ισχυρό ονομάζεται κιχώριο». Αυτό είναι προφανέστατα λάθος και έχει συμπληρωθεί από τον αντιγραφέα. Ωστόσο, ο λατίνος μεταφραστής φαίνεται πως μετέφρασε από αυτό το χειρόγραφο και από εκεί η πληροφορία αντιγράφηκε από τον φον Αντερναχ και αργότερα από τον Αγρίππα.
Ο Αγρίππας αναφέρει επίσης έναν κατάλογο δώδεκα βοτάνων που αντιστοιχούν στα δώδεκα ζώδια, τον οποίο έχει πάρει και πάλι από τον φον Αντερναχ και τον οποίο αποδίδει και πάλι στον Απουλήιο. Ακόμα μια φορά πρόκειται για μετάφραση ελληνικού βοτανολογίου. Αυτό έχει σωθεί σε τουλάχιστον δέκα χειρόγραφα, τα οποία το αποδίδουν σε διαφόρους συγγραφείς, όπως ο Ερμής ο Τρισμέγιστος, ο Φαραώ Νεχεψώ, ο γιατρός Θεσσαλός Τραλλιεύς ή ο Αρποκρατίων, ο θρυλικός συγγραφέας των Κυρανίδων. Σύμφωνα με το έργο αυτό, κάθε βότανο πρέπει να μαζεύεται όταν ο ήλιος βρίσκεται στο ζώδιο που του αντιστοιχεί. Έπειτα, περιγράφονται οι συνταγές στις οποίες αυτό αναμειγνύεται με σκοπό να θεραπεύσει τις διάφορες ασθένειες. Η μοναδική διαφορά του ελληνικού κειμένου από τον κατάλογο του Αγρίππα είναι το βότανο του Υδροχόου, όπου αντί για το μάραθο αναφέρεται η δρακοντιά. Όπως και στην προηγούμενη περίπτωση, ένα χειρόγραφο, το υπ’ αριθμόν 542 του Μονάχου αναφέρει: «Το βότανο του Υδροχόου είναι το μάραθο, το οποίο κάποιοι ονομάζουν δρακοντιά». Και έτσι η λανθασμένη αυτή πληροφορία πέρασε και πάλι από το Λατίνο μεταφραστή στον φον Αντερναχ και στη συνέχεια στον Αγρίππα.
Το Βιβλίο του Ραζιέλ αποτελεί μια ακόμα από τις πηγές του Αγρίππα. Πρόκειται για ένα βιβλίο συμπιληματικού χαρακτήρα που μάλλον γράφτηκε κατά τον 15ο αιώνα στα λατινικά, και σήμερα σώζεται σε πέντε χειρόγραφα. Δεν έχει καμμία σχέση με το καββαλιστικό Sepher Raziel ha-Malakh που είναι παλαιότερο κατά δύο αιώνες, απλώς έχει παρόμοιο τίτλο, λόγω του μύθου κατά τον οποίο ο άγγελος Ραζιέλ φανέρωσε τα θεία μυστικά στον Αδάμ. Το Βιβλίο του Ραζιέλ αποτελείται από επτά άσχετες μεταξύ τους πραγματείες, με πληροφορίες που έχουν ληφθεί από διάφορες πηγές. Η πρώτη πραγματεία είναι περί αστρολογίας, η δεύτερη περί λίθων, φυτών και ζώων, η τρίτη περί θυμιαμάτων, τμήματα της οποίας ακριβώς περιέχονται στην Απόκρυφη Φιλοσοφία του Αγρίππα, η τέταρτη περί των ονομάτων των αγγέλων που έχει ληφθεί από το Ορκισμένο Βιβλίο του Ονωρίου, ενώ οι υπόλοιπες αφορούν αγγελικά και θεία ονόματα που έχουν ληφθεί κατά πάσα πιθανότητα από εβραϊκές πηγές.
Αναλύοντας τη δεύτερη πραγματεία, παρατηρούμε ότι χωρίζεται σε τέσσερα μερη, ή κατά το συγγραφέα του βιβλίου, «πτέρυγες». Η πρώτη πτέρυγα περιγράφει είκοσι τέσσερις πολύτιμους ή ημιπολύτιμους λίθους και τις μαγικές δυνάμεις που αποκτούν όταν κάποιος σκαλίσει επάνω τους μια ζωική ή ανθρώπινη μορφή που είναι συγκεκριμένη για τον καθένα. Ετσι, όποιος σκαλίσει ένα γεράκι πάνω σε ένα τοπάζι, αποκτά την εύνοια μεγάλων αρχόντων.
Η δεύτερη πτέρυγα περιγράφει τις μαγικές ιδιότητες είκοσι τεσσάρων βοτάνων, ενώ η τρίτη τις ιδιότητες είκοσι τεσσάρων ζώων και υπερφυσικών όντων. Τέλος, μια σύντομη τέταρτη πτέρυγα περιγράφει τις δυνάμεις των είκοσι δύο εβραϊκών γραμμάτων. Απορεί όμως κανείς πώς το τελευταίο μέρος θεωρήθηκε από τον συγγραφέα ως σχετικό με τα προηγούμενα, αφού ο αριθμός των εβραϊκών γραμμάτων δεν ταιριάζει με τον αριθμό των υπολοίπων στοιχείων. Η απάντηση είναι ότι ίσως η τελευταία πραγματεία προστέθηκε αργότερα, αντικαθιστώντας μια παλαιότερη που περιείχε τα είκοσι τέσσερα γράμματα του ελληνικού αλφαβήτου.
Η αλήθεια είναι ότι ένα παρόμοιο έργο έχει σωθεί σε ελληνικά χειρόγραφα. Ονομάζεται Κυρανίδες και είναι μια συλλογή κειμένων ιατρομαγικής φύσης, τα οποία γράφτηκαν κατά τη Ρωμαϊκή εποχή και ενώθηκαν σε ενιαία μορφή κατά τον 4ο αιώνα. Οι αρχικές Κυρανίδες περιελάμβαναν τρία μόνο μέρη, ενώ κατά τους βυζαντινούς χρόνους προστέθηκε άλλο ένα. Κατά τον έτος 1169 ο Πασχάλης ο Ρωμαίος, ένας Ιταλός κληρικός και γιατρός που υπηρετούσε ως διερμηνέας του αυτοκράτορα Μανουήλ Κομνηνού, μετέφρασε το έργο αυτό στα λατινικά. Οπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο ίδιος, «Προσπάθησα ειλικρινά να κάνω τη μετάφρασή μου τόσο καλή όσο το ελληνικό βιβλίο, επιλέγοντας όχι τις λέξεις, οι οποίες από μόνες τους έχουν μια βαρβαρική στειρότητα, αλλά το νόημα, το οποίο είναι χρήσιμο».
Από το δεύτερο έως και το τέταρτο μέρος των Κυρανίδων περιγράφονται οι μαγικές δυνάμεις ορισμένων ζώων, χερσαίων, πτηνών και θαλάσσιων. Το πιο σημαντικό μέρος των Κυρανίδων όμως είναι το πρώτο, το οποίο παραθέτει έναν κατάλογο των μαγικών δυνάμεων είκοσι τεσσάρων βοτάνων, πτηνών, ημιπολυτίμων λίθων και θαλασσίων ζώων, καθένα από τα οποία αντιστοιχεί σε ένα γράμμα του ελληνικού αλφαβήτου, ανάλογα με το πρώτο γράμμα του ονόματός του. Για παράδειγμα, στο ελληνικό γράμμα «Ρο», αντιστοιχεί το βότανο Ράμνος, ο λίθος Ρινόκερως (πρόκειται για ένα κομμάτι από κέρατο ρινόκερω), το πτηνό Ρομφαία (δηλαδή η νυχτερίδα που σήμερα βεβαίως δεν θεωρείται πτηνό) και το ψάρι Ραφίς, δηλαδή η ζαργάνα. Σύμφωνα με τις Κυρανίδες, αυτός που θέλει να διώξει τους δαίμονες φτιάχνει ένα δαχτυλίδι που αντί για πέτρα θα φέρει κέρατο ρινόκερω, κάτω από την πέτρα θα τοποθετήσει ένα κομμάτι ρίζας από το ράμνο, ενώ στο κέρατο θα χαράξει μια νυχτερίδα και μια ζαργάνα κάτω από τα πόδια της.
Είναι προφανές ότι ο συγγραφέας του Βιβλίου του Ραζιέλ εμπνεύστηκε από τις Κυρανίδες. Παρ’ όλο όμως που έχει διατηρήσει τον αριθμό είκοσι τέσσερα όσον αφορά τις πληροφορίες για τα βότανα, τα ζώα και τους λίθους, τη θέση του ελληνικού αλφαβήτου εδώ έχει πάρει το εβραϊκό, προφανώς λόγω της εξάπλωσης του ενδιαφέροντος σχετικά με την Καββάλα κατά την Αναγέννηση. Θα πρέπει επίσης να αναφέρουμε ότι οι κατάλογοι του Ραζιέλ δεν ταυτίζονται με τους αντίστοιχους των Κυρανίδων, και μάλλον έχουν συντεθεί ελεύθερα από διάφορες πηγές. Μια από αυτές είναι και το ελληνικό κείμενο Σωκράτους και Διονυσίου Περί Λίθων. Για παράδειγμα, σε αυτό το κείμενο αναφέρεται, μεταξύ άλλων, η κατασκευή ενός τάλισμαν από σμαράγδι, πάνω στο οποίο χαράζεται ένας σκαραβαίος και το οποίο δίνει μαντικές ικανότητες, πληροφορία που αντιγράφεται και από το Βιβλίο του Ραζιέλ.
Ας προχωρήσουμε τώρα στο δεύτερο είδος μαγείας, την ουράνια ή αστρολογική μαγεία, στην οποία ο Κορνήλιος Αγρίππας αφιερώνει το δεύτερο βιβλίο της Απόκρυφης Φιλοσοφίας του. Είναι κοινώς αποδεκτό ότι η κύρια πηγή του δευτέρου βιβλίου του Αγρίππα είναι ένα αραβικό κείμενο του 11ου αιώνα, με τίτλο Ghayat al-Hakim, δηλαδή Ο Στόχος του Σοφού, το οποίο όμως είναι περισσότερο γνωστό ως Πικάτριξ. Το Πικάτριξ ασχολείται με τον τρόπο που μπορεί κανείς να χρησιμοποιήσει τις δυνάμεις των πλανητών, των ζωδίων και άλλων αστρολογικών στοιχείων. Συγγραφέας του θεωρείται από κάποιους ο Μασλάμα Αλ-Ματζρίτι, ένας σπουδαίος αστρονόμος και μαθηματικός της Ισλαμικής Ισπανίας, αλλά η σύγχρονη έρευνα θεωρεί ότι το βιβλίο γράφτηκε μετά το θάνατό του και αποδόθηκε ψευδώς σε αυτόν. Το Πικάτριξ μεταφράστηκε μεταξύ του 1256 και του 1258 στα ισπανικά, μετά από διαταγή του Αλφόνσου του Ι΄ της Καστίλλης. Λίγο αργότερα μεταφράστηκε από τα ισπανικά στα λατινικά, και έκτοτε απετέλεσε μια από τις σημαντικότερες πηγές της δυτικής μαγικής παράδοσης.
Ο συγγραφέας του μας πληροφορεί ότι έχει συγκεντρώσει πληροφορίες από διακόσια είκοσι τέσσερα βιβλία, ανάμεσα στα οποία κατονομάζει ψευδεπίγραφα κείμενα που αποδίδονται στον Απολλώνιο τον Τυανέα, τον Ερμή τον Τρισμέγιστο, τον Ιπποκράτη και τον Κλαύδιο Πτολεμαίο. Καθώς κανένα από αυτά δεν έχει σωθεί όμως, ώστε να μπορέσουν να γίνουν οι απαραίτητες συγκρίσεις, θα στρέψουμε την προσοχή μας σε ένα μόνο κεφάλαιο, το ενδέκατο του δευτέρου βιβλίου, το οποίο επίσης έχει αντιγραφεί από τον Αγρίππα στο τριακοστό έβδομο κεφάλαιο του δευτέρου βιβλίου της Απόκρυφης Φιλοσοφίας. Πρόκειται για το κεφάλαιο που περιγράφει τις ταλισμανικές μορφές και τις δυνάμεις των τριάντα έξι ουρανίων δεκανών. Οι δεκανοί είναι τριάντα έξι ίσα τμήματα της Εκλειπτικής, καθένα από τα οποία αντιστοιχεί σε δέκα μοίρες του Ζωδιακού κύκλου. Έτσι, το κάθε Ζώδιο χωρίζεται σε τρεις δεκανούς.
Ίσως η αναφορά στο συγκεκριμένο κεφάλαιο μοιάζει κατ’ αρχήν άστοχη, καθώς η πηγή αυτού του κεφαλαίου έχει αποδειχθεί ότι είναι το βιβλίο Κιτάμπ αλ-Μουντάλ αλ-Καμπίρ, δηλαδή η Μείζων Εισαγωγή στην Αστρολογία, του Πέρση αστρονόμου και φιλοσόφου του 9ου αιώνα Τζαφάρ Αμπου Μάσαρ. Ο Αμπου Μάσαρ θεωρείτο ο μεγαλύτερος αστρολόγος στην αυλή των Αββασιδών χαλιφών στη Βαγδάτη. Είναι αυτός που έκανε γνωστή τη θεωρία των δεκανών στον ισλαμικό κόσμο, ενώ μεταφράσεις των έργων του ήταν γνωστές και στη Δυτική Ευρώπη και στο Βυζάντιο. Ωστόσο, σύμφωνα με νεότερες μελέτες, το κεφάλαιο του βιβλίου του που ασχολείται με τους δεκανούς ήταν μετάφραση ενός αντιστοίχου ινδικού έργου του 6ου αιώνα, ονομαζομένου Μπρατζατάκα, το οποίο με τη σειρά του ήταν παράφραση ενός ακόμα παλιότερου έργου που μεταφράστηκε από τα ελληνικά στα σανσκριτικά το 150 μ.Χ. Εχει αποδειχτεί πλέον ότι η ινδική παράφραση ήταν και μια προσπάθεια ερμηνείας των δεκανών με βάση τις Ινδουϊστικές θεότητες.
Η ίδια η θεωρία περί δεκανών έχει αιγυπτιακή προέλευση. Κατά το 2100 π.Χ. περίπου που πρωτοεμφανίστηκαν σε αιγυπτιακές σαρκοφάγους, επρόκειτο για τριάντα έξι μικρούς αστερισμούς της Εκλειπτικής (στα αιγυπτιακά «Μπακίου») που ανατέλλουν διαδοχικά στον ορίζοντα με κάθε γήινη περιστροφή. Η ανατολή κάθε δεκανού σηματοδοτούσε το ξεκίνημα μιας νέας ώρας της νύχτας των αρχαίων Αιγυπτίων, και έτσι χρησίμευαν σαν αστρικό ρολόι. Πάνω από 1.500 χρόνια μετά, από το 525 π.Χ. δηλαδή, όταν η Αίγυπτος κατακτήθηκε από τους Πέρσες και διαδόθηκε η Βαβυλωνιακή Αστρολογία που χωρίζει την Εκλειπτική σε δώδεκα Ζώδια, οι δεκανοί σχετίστηκαν με αυτά και απέκτησαν σταδιακά τη σημασία που τους δίνουμε σήμερα, ως υποδιαιρέσεις των Ζωδίων.
Κατά τον 1ο μ.Χ. αιώνα άρχισαν να διαδίδονται θεωρίες για τη σχέση των δώδεκα ζωδίων με τα μέρη του ανθρωπίνου σώματος, τη λεγόμενη μελοθεσία. Οι αστρολόγοι Μάρκος Μανίλιος και Δωρόθεος ο εκ Σιδώνος συσχετίζουν τον Κριό με το κεφάλι, τον Ταύρο με το λαιμό και ούτω καθ’εξής, μέχρι και τους Ιχθείς που αντιστοιχούν στα πόδια, ενώ ο σύγχρονός τους Κλαύδιος Πτολεμαίος αγνοεί αυτή την αντιστοίχιση. Λίγο αργότερα, ο Τεύκρος ο Βαβυλώνιος φαίνεται να έχει αναπτύξει αυτή την ιδέα κατά τέτοιο τρόπο, ώστε η μελοθεσία του να περιλαμβάνει και τους τριάντα έξι δεκανούς. Και κατά την ίδια περίπου εποχή θα πρέπει να γράφτηκε και το σύντομο ελληνικό κείμενο που κατά πάσα πιθανότητα αποτελεί τον χαμένο κρίκο μεταξύ της Ελληνορωμαϊκής και της Ινδικής παράδοσης για τους δεκανούς.
Το κείμενο αυτό έχει σωθεί σε τέσσερα χειρόγραφα και ονομάζεται Ιερά Βίβλος του Ερμού προς Ασκληπιόν. Σε αυτό η μελοθεσία των Ζωδίων διατηρείται, αλλά εξειδικεύεται περισσότερο. Ενώ λοιπόν ο Κριός συνεχίζει να κυβερνά το κεφάλι, στον πρώτο δεκανό του αποδίδεται το άνω μέρος του κεφαλιού, στον δεύτερο το μεσαίο, δηλαδή οι κρόταφοι και η μύτη, ενώ στον τρίτο τα αυτιά, τα δόντια και η σταφυλή. Σε κάθε δεκανό επίσης αποδίδονται ένας ημιπολύτιμος λίθος και ένα βότανο, ενώ η τεχνική, που θυμίζει κάπως τις Κυρανίδες, συνίσταται στο να σκαλίσει κανείς τη μορφή του συγκεκριμένου δεκανού στο λίθο και να τον τοποθετήσει σε ένα δαχτυλίδι με το βότανο κλεισμένο από κάτω. Ετσι θα είναι προστατευμένος από κάθε ασθένεια που σχετίζεται με τα αντίστοιχα μέρη του σώματος, αν τηρήσει παράλληλα και μια συγκεκριμένη διατροφική αποχή από κάποιο ζώο που είναι ιερό για τον κάθε δεκανό. Ας σημειωθεί ότι τα ονόματα αλλά και οι μορφές των δεκανών είναι πολύ παρόμοια με τα αρχαία αιγυπτιακά τους αντίστοιχα.
Από ότι φαίνεται από τα αρχαιολογικά ευρήματα, τέτοιου είδους φυλαχτά ήταν ιδιαίτερα διαδεδομένα ήδη από τον 1ο μ.Χ. αιώνα. Έχει βρεθεί, για παράδειγμα, ένας αριθμός από σφραγιδόλιθους που απεικονίζουν ένα ερπετό με κεφάλι λέοντος και με ακτίνες φωτός να προβάλλουν από το κεφάλι του, το οποίο συνήθως συνοδεύεται από την επιγραφή «Χνούβις» ή «Χνουμεώ». Σύμφωνα με την Ιερά Βίβλο του Ερμού, αυτή η μορφή δεν είναι άλλη από τον πρώτο δεκανό του Ζωδίου του Λέοντος, που έχει σκοπό να θεραπεύσει κάθε ασθένεια που σχετίζεται με την καρδιά. Στο κείμενο αυτό η μορφή του είναι ακριβώς η ίδια και ονομάζεται «Χνούμος». Οι επιπλέον οδηγίες της Ιεράς Βίβλου αναφέρουν ότι πρέπει να τον σκαλίσει κανείς σε έναν αχάτη, να τον δέσει σε δαχτυλίδι τοποθετώντας από κάτω το βότανο λεοντοπέταλο, και να απέχει από αυγά σπουργιτιού.
Επιστρέφοντας στον Αγρίππα, θα πρέπει επίσης να αναφερθούμε και στο τρίτο είδος μαγείας, το οποίο αναπτύσσεται στο τρίτο βιβλίο της Απόκρυφης Φιλοσοφίας του. Πρόκειται για τη μαγεία που σχετίζεται με τον υπερφυσικό κόσμο και τα πλάσματά του, δηλαδή τους αγγέλους και τους δαίμονες. Μια από τις πηγές του, την οποία κατονομάζει ο ίδιος, είναι το Επταήμερο, το οποίο αποδίδεται, μάλλον ψευδώς, στον Πέτρο ντ’ Αμπανο. Πρόκειται για έναν γνωστό Ιταλό γιατρό, αστρολόγο και φιλόσοφο που έζησε κατά το τέλος του 13ου και τις αρχές του 14ου αιώνα, και ασχολήθηκε επίσης με τη φυσιογνωμική, τη χειρομαντεία και τη γεωμαντεία. Ο Πέτρος ντ’ Αμπανο κατηγορήθηκε για άσκηση μαγείας, για συμφωνία με το Διάβολο και για κατοχή της Φιλοσοφικής Λίθου, φυλακίστηκε από την Ιερά Εξέταση και πέθανε στη φυλακή το 1316.
Πρόκειται για ένα σχετικά μικρό κείμενο, το οποίο ήταν ήδη γνωστό κατά τον 15ο αιώνα και ασχολείται με τις επικλήσεις των πνευμάτων των επτά πλανητών κατά τις επτά ημέρες της εβδομάδας, όπως φανερώνει και το όνομά του. Μετά από την περιγραφή της κατασκευής του προστατευτικού κύκλου, παραθέτει έναν κατάλογο με διάφορα ονόματα, όπως για παράδειγμα αυτά των πλανητικών αγγέλων. Στη συνέχεια, προχωρεί στην περιγραφή των ενδυμάτων και του φυλακτηρίου που θα πρέπει να φορά ο επικαλούμενος, καθώς και των επικλήσεων που θα πρέπει να απαγγελθούν προς τα πνεύματα. Ωστόσο, το Επταήμερο δεν αποτελεί πρωτότυπη δημιουργία. Ήδη ο Αγρίππας αναφέρει ότι ο συγγραφέας του Επταημέρου έχει διασώσει στοιχεία ενός παλαιότερου έργου που αποδίδεται σε κάποιο μυστηριώδη Ονώριο από τη Θήβα. Πραγματικά, το βιβλίο αυτό ήταν γνωστό τουλάχιστον έναν αιώνα νωρίτερα από το Επταήμερο, τιτλοφορείτο Ορκισμένη Βίβλος του Ονωρίου, και αποτελεί ένα πολύ πιο εκτεταμένο κείμενο.
Το Επταήμερο, ωστόσο, είναι κάτι παραπάνω από μια σύνοψη της Ορκισμένης Βίβλου, καθώς περιέχει υλικό που δεν μπορεί να βρεθεί σε καμμία παλαιότερη δυτική πηγή. Υπάρχει ένας κατάλογος με τα ονόματα των είκοσι τεσσάρων ωρών και τα μυστικά ονόματα της Γης, του Ηλίου και της Σελήνης κατά τις τέσσερις εποχές. Κάποιες από τις πληροφορίες αυτές του Επταημέρου μπορούν επίσης να βρεθούν στο σύγχρονό του Βιβλίο του Ραζιέλ, αλλά και τα δύο φαίνεται να σχετίζονται με ένα παλαιότερο βιβλίο που έχει σωθεί αποσπασματικά σε έξι ελληνικά χειρόγραφα. Ωστόσο, τα ονόματα φαίνεται ότι έχουν αλλάξει δραματικά δια μέσου των αιώνων και διατηρούν μόνο μια μικρή ομοιότητα με το ελληνικό κείμενο. Το εν λόγω κείμενο ονομάζεται Βίβλος Σοφίας και αποδίδεται ψευδώς στο γνωστό νεοπυθαγόρειο φιλόσοφο Απολλώνιο Τυανέα. Η Βίβλος Σοφίας δεν έχει χρονολογηθεί με ακρίβεια και θα μπορούσε να έχει συνταχθεί οποτεδήποτε μεταξύ του 5ου και του 12ου αιώνα, ενώ το τμήμα που έχει σωθεί είναι κυρίως ένας κατάλογος ονομάτων χωρίς κατανοητές πρακτικές οδηγίες.
Στο Τρίτο Βιβλίο του Αγρίππα, βρίσκει κανείς επίσης τα ονόματα των βασιλέων των πνευμάτων των τεσσάρων σημείων του ορίζοντα, δηλαδή τους Urieus, Amaymon, Paymon και Egyn. Αν και δεν αναφέρει την πηγή του, είναι βέβαιο ότι o Αγρίππας αντλεί τα ονόματα από κάποιον κατάλογο δαιμόνων από αυτούς που κυκλοφορούσαν σε αφθονία κατά τον 15ο και 16ο αιώνα στη Δυτική Ευρώπη. Για παράδειγμα, υπάρχει το κείμενο Η Ψευδομοναρχία των Δαιμόνων, το οποίο είναι παράρτημα του βιβλιου De Praestigiis Daemonum ή Οι Απάτες των Δαιμόνων, που γράφτηκε από το δαιμονολόγο του 16ου αιώνα Γιόχαν Βίερ. Περιλαμβάνει έναν κατάλογο από εξήντα εννέα δαίμονες, αλλά θα πρέπει να σημειωθεί ότι μόνο τρία από τα τέσσερα ονόματα των βασιλέων αναφέρονται στην Ψευδομοναρχία, και μόνο ο Amaymon έχει διατηρήσει το βασιλικό του αξίωμα, αν και στην Ανατολή αντί για το Νότο.
Ο Βίερ αναφέρει ότι έχει λάβει τον κατάλογο αυτό από ένα έργο με τίτλο Liber Officiorum Spirituum ή Βιβλίο των Αξιωμάτων των Πνευμάτων, μια παραλλαγή του οποίου ήταν γνωστή όχι μόνο στον Τριθέμιο, αλλά ακόμα και στο Ρογήρο Βάκωνα, και έτσι μπορεί να χρονολογηθεί από τον 13ο αιώνα. Μια άλλη παραλλαγή αυτού του κειμένου είναι το γαλλικό Livre des Esperitz ή Βιβλίο των Πνευμάτων, χρονολογούμενο από το 16ο αιώνα, το οποίο περιέχει έναν κατάλογο σαράντα έξι δαιμόνων, με τον τίτλο του καθενός, τη φυσική του εμφάνιση, τα λειτουργήματά του και το μέγεθος της στρατιάς του, υπολογισμένης σε λεγεώνες. Είναι σημαντικό το ότι έχει τριάντα πέντε ονόματα δαιμόνων κοινά με την Ψευδομοναρχία και επί πλέον περιλαμβάνει γενικά παρόμοιες πληροφορίες με αυτήν.
Προχωρώντας όμως προς τα πίσω για να ανακαλύψουμε την πηγή των δαιμονολογικών αυτών καταλόγων, βρίσκουμε ένα πολύ γνωστό ελληνικό μαγικό κείμενο που ονομάζεται Διαθήκη Σολομώντος. Πρόκειται για ένα ψευδεπίγραφο βιβλίο, το οποίο οι περισσότεροι ερευνητές χρονολογούν από τον 1ο μέχρι τον 4ο αιώνα, ενώ η αρχαιότητά του αποδεικνύεται από έναν πάπυρο του 5ο αιώνα που βρέθηκε στην Αίγυπτο. Η Διαθήκη περιγράφει την υποτιθέμενη επαφή του Σολομώντα με τους δαίμονες. Με τη βοήθεια ενός μαγικού δαχτυλιδιού που του έδωσε ο αρχάγγελος Μιχαήλ, ο Σολομώντας διέταξε τους δαίμονες να βοηθήσουν στην ανέγερση του Ναού στην Ιερουσαλήμ. Ενα από τα πιο ενδιαφέροντα τμήματα της Διαθήκης είναι αυτό που περιγράφει τις δυνάμεις των τριάντα έξι δαιμόνων των ουρανίων δεκανών. Ενα άλλο, όχι και τόσο γνωστό, καθώς σώζεται μόνο σε τέσσερα χειρόγραφα, περιέχει έναν κατάλογο πενήντα δύο πνευμάτων με τις δυνάμεις τους, τις σφραγίδες και τις λεγεώνες τους. Ανάμεσα στους δαίμονες αυτούς, κάνουν για πρώτη φορά την εμφάνισή τους και οι τέσσερις βασιλείς των σημείων του ορίζοντα.
Εχει προταθεί ότι το συγκεκριμένο τμήμα της Διαθήκης είναι μεταγενέστερο και ανήκει στο 12ο αιώνα. Κρίνοντας τουλάχιστον από την αναφορά στο ιταλικό όνομα «Λουτζιφέρ» αντί του ελληνικού «Εωσφόρος», μάλλον η θεωρία αυτή ισχύει, τουλάχιστον για τη μορφή του κειμένου που έχουμε σήμερα. Ακόμα και σε αυτή την περίπτωση, βέβαια, μπορεί να έχει χρησιμεύσει ως πηγή για το Βιβλίο των Αξιωμάτων των Πνευμάτων. Ωστόσο, αν αφαιρέσει κανείς από τον κατάλογο τα τρία «τρανταχτά» δαιμονικά ονόματα που προσιδιάζουν σε μια μεταγενέστερη δαιμονολογία και μοιάζουν παράταιρα, δηλαδή το «Λουτζιφέρ», το «Ασμοδαίος» και το «Ασταρώθ», ο αριθμός των πνευμάτων γίνεται σαράντα εννέα. Και μια σημαντική αναφορά σε ένα βιβλίο του Σολομώντα που περιγράφει τις δυνάμεις σαράντα εννέα πνευμάτων, δίνεται στο Γνωστικό έργο Περί της Προέλευσης του Κόσμου που βρέθηκε στο Nag Hammadi και χρονολογείται ήδη από τον 4ο αιώνα.
Εδώ θα ήθελα να αναφερθώ παρεμπιπτόντως στο βαθμό που η παράδοση αυτή της ύστερης αρχαιότητας επέδρασε πάνω σε γνωστά μεταγενέστερα μαγικά έργα. Είναι πλέον βέβαιο πως η Goetia, έργο του 17ου αιώνα, στηρίχθηκε πάνω στο έργο του Βίερ και το εμπλούτισε με αναφορές από την Κλείδα του Σολομώντα και το Επταήμερο, καθώς και με καββαλιστικά στοιχεία. Το σημαντικότερο από αυτά ίσως είναι η συμπλήρωση του καταλόγου των εξήντα εννέα δαιμόνων με άλλους τρεις, ώστε να συμπληρωθεί ο αριθμός εβδομήντα δύο, ο οποίος έχει καββαλιστική, καθώς και αστρολογική σημασία. Επίσης, το Βιβλίο του Αμπραμελίν, ένα έργο των αρχών του 15ου αιώνα, αναφέρει τρία από τα τέσσερα ονόματα των Βασιλέων, μόνο που εδώ έχουν υποβιβαστεί σε τρεις από τους οκτώ Δούκες υπό την εξουσία άλλων Βασιλέων. Τέλος, το Γκριμουάρ του Πάπα Ονωρίου, ένα έργο του 18ου αιώνα, διατηρεί επίσης τρία από τα ονόματα των Βασιλέων, εκ των οποίων όμως μόνο ο Παϊμόν παραμένει στην αρχική του θέση στη Δύση.
Δεν θα μπορούσα να ολοκληρώσω την παρουσίαση αυτή χωρίς μια σύντομη αναφορά στην Κλείδα του Σολομώντα, παρ’ όλο που είναι μεταγενέστερη από τον Αγρίππα και ο τελευταίος δεν φαίνεται να την γνωρίζει. Πρόκειται για ένα πασίγνωστο εγχειρίδιο επίκλησης πνευμάτων που γράφτηκε κατά τον 16ο αιώνα και που αποτελεί μια σύνθεση Ιουδαϊκής Καμπάλα, του Επταημέρου του Πέτρου ντ’ Αμπανο και του βυζαντινού κειμένου που ονομάζεται Αποτελεσματική Πραγματεία του Σολομώντος ή Υγρομαντεία ή, κατά την ελληνική λαϊκή παράδοση, Σολομωνική. Ολόκληρα κεφάλαια φαίνεται πως έχουν μεταφραστεί από το ελληνικό κείμενο, περισσότερο ή λιγότερο κατά λέξη, όπως για παράδειγμα η κατασκευή της πένας, της παρθένας και της αγέννητης περγαμηνής, του παρθένου κεριού και του παρθένου πηλού, των τελετουργικών ενδυμάτων και του κύκλου της τέχνης. Άλλα κεφάλαια της Κλείδας παραμένουν ακατανόητα χωρίς αναφορά στο ελληνικό κείμενο, όπως για παράδειγμα η χρήση του αίματος νυχτερίδας ως μελάνι.
Όσον αφορά τώρα τη σχέση της Αποτελεσματικής Πραγματείας με άλλα βιβλία μαγείας, θα πρέπει να αναφερθεί ότι οι τέσσερις δαιμονικοί Βασιλείς των σημείων του ορίζοντα που αναφέρονται σε αυτήν, οι οποίοι ας σημειωθεί ότι είναι διαφορετικοί από εκείνους της Διαθήκης του Σολομώντος, μπορούν να βρεθούν και πάλι στο Βιβλίο του Αμπραμελίν. Εδώ, μόνο ο ένας, ο Λούσιφερ, διατηρεί τη βασιλική του ιδιότητα, ενώ οι άλλοι τρεις υποβιβάζονται σε Δούκες, μαζί με τους βασιλείς της Διαθήκης που αναφέρθηκαν πριν. Επίσης, οι τρεις από αυτούς αντιγράφονται αργότερα από το Grimorium Verum, ένα μαγικό βιβλίο του 19ου αιώνα, και αναφέρονται από αυτό ως ηγεμόνες των τριών ηπείρων. Τέλος, συγκεκριμένες μαγικές τεχνικές πάλι από το Grimorium Verum, όπως για παράδειγμα η τεχνική για να γίνει κανείς αόρατος, έχει αποδειχτεί ότι είναι εξέλιξη μιας αντίστοιχης μαγικής τεχνικής παλαιότερων ελληνικών χειρογράφων.
Κλείνοντας, θα ήθελα για μια ακόμα φορά να τονίσω ότι τα Βοτανολόγια του Μεγάλου Αλεξάνδρου, του Ερμού του Τρισμεγίστου και του Θεσσαλού του Τραλλιέως, οι Κυρανίδες του Αρποκρατίωνος, το Περί Λίθων του Σωκράτους και Διονυσίου, η Ιερά Βίβλος του Ερμού προς Ασκληπιόν, η Βίβλος Σοφίας του Απολλωνίου Τυανέως, η Διαθήκη και η Αποτελεσματική Πραγματεία του Σολομώντος, είναι κείμενα πολύ σημαντικά για την ιστορία του εσωτερισμού, καθώς καταδεικνύουν τη συνέχεια της Δυτικής εσωτερικής παράδοσης από την ύστερη αρχαιότητα μέχρι σήμερα, μέσω των λεγομένων «σκοτεινών αιώνων».
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Abraham von Worms, Dehn, Georg (ed), The Book of Abramelin, Ibis Press, Florida, 2006.
- Agrippa, Henricus Cornelius, De Occulta Philosophia Libri Tres, 1551.
- Agrippa, Henry Cornelius, Tyson, Donald (ed), Three Books of Occult Philosophy, Llewellyn, St. Paul, 1997.
- Agrippa, Henry Cornelius, Turner, Robert (ed), Fourth Book of Occult Philosophy, London, 1655.
- Albertus Magnus, De Secretis Mulierum Libellus, Anthonius de Harsy, Lugdunum, 1598.
- Andernacus, Ioannes Guinterius (ed), Claudii Galeni Pergameni Liber de Plenitudine, Vicus Iacobaeus, Christiania, 1528.
- Barton, Tamsyn, Ancient Astrology, Routlege, London, 1994.
- Bohak, Gideon, Ancient Jewish Magic: A History, Cambridge University Press, 2008.
- Boudreaux, Petrus (ed), Catalogus Codicum Astrologorum Graecorum, Tomus VIII 3, Bruxelles, 1921.
- Boudet, Jean Patrice, Les who’s who demonologiques de la Renaissance et leurs ancetres medievaux, in “Medievales”, Issue 44, pp. 117-140, Presses Universitaires de Vincennes, Saint-Denis, 2003.
- Dzielska, Maria, Apollonius of Tyana in Legend and History, L’ Erma, Roma, 1986.
- Graffin, R. (ed), Patrologia Syriaca, Pars Prima, Tomus Secundus, Firmin-Didot, Parisiis, 1907.
- Hedegard, Gosta, Liber Iuratus Honorii: A Critical Edition of the Latin Version of the Sworn Book of Honorius, Almquiest & Wiksell, Stockholm, 2002.
- Kaimakis, Dimitris (ed), Die Kyraniden, Meisenhein, Hain, 1976.
- Kieckhefer, Richard, Forbidden Rites: A Necromancer’s Manual of the Fifteenth Century, Pennsylvania State University Press, 1998.
- Kiesel, William, Atallah, Hashem (eds), Picatrix, The Goal of the Wise, Ouroboros Press, Vol. I, 2002.
- Magdalino, Paul, Mavroudi, Maria (eds), The Occult Sciences in Byzantium, La Pomme d’ Or, Geneva, 2006.
- Marathakis, Ioannis, The Magical Treatise of Solomon or Hygromanteia, Golden Hoard Press, Singapore, 2010.
- Marathakis, Ioannis, From the Ring of Gyges to the Black Cat Bone: A Historical Survey of the Invisibility Spells, 2007, http://www.hermetics.org/Invisibilitas.
- Mathers, S.L. MacGregor (ed), The Key of Solomon the King, Red Wheel/Weiser, 2000.
- McCown, Chester Charlton (ed), The Testament of Solomon, Leipzig, 1922.
- Mely, Fernand de, Ruelle, Charles Emile (eds), Les Lapidaires de l’Antiquite et du Moyen Age, Tome II, Ernest Leroux, Paris, 1898.
- Peterson, Joseph (ed), Grimorium Verum, CreateSpace Publishing, 2007.
- Petropoulos, J.C.B (ed), Greek Magic: Ancient, Medieval and Modern, Routledge, Abingdon, 2008.
- Pingree, David, The Indian Iconography of the Decans and Horas, in “Journal of the Warburg and Courtauld Institutes”, Issue 26, pp. 223-254, Warburg Institute, London, 1963.
- Pingree, David, The Indian and Pseudo-Indian Passages in Greek and Latin Astronomical and Astrological Texts, in “Viator Medieval and Renaissance Studies”, Issue 7, pp. 141-195, University of California, Los Angeles, 1976.
- Ruelle, Charles Emile (ed), Hermes Trismegiste, le Livre Sacre sur le Decans, in “Revue de Philologie de Litterature et d’ Histoire Anciennes”, Issue 32, pp. 247-277, Librairie C. Klincksieck, Paris, 1908.
- Savedow, Steve, Sepher Rezial Hemelach: The Book of the Angel Rezial, Samuel Weiser, York Beach, 2000.
- Skinner, Stephen, Rankine, David (eds), The Veritable Key of Solomon, Golden Hoard Press, Singapore, 2008.
- Skinner, Stephen, Karr, Don (eds), Sepher Raziel: Liber Salomonis, Golden Hoard Press, Singapore, 2010.