Το Χρυσό Ένδυμα | Ν. Φωκάς
Νίκος Φωκάς
Όπως δυστυχώς μας εξηγούσε ο Maslow στην περίφημη «πυραμίδα των αναγκών», ο άνθρωπος, αφού έχει ικανοποιήσει τις ανάγκες της επιβίωσης και της ασφάλειας,αρχίζει να εκδηλώνει ανάγκες κοινωνικότητας. Η βασικότερη από αυτές, και μάλιστα αυτή που τον βοηθά να ισορροπεί στην καθημερινή ζωή του, είναι η ανάγκη της Ταυτότητας.
Το να είναι κάποιος. Και για να είναι κάποιος, πρέπει να ανήκει κάπου.
Και εκεί, θα πρέπει να νοιώθει συναισθηματική ασφάλεια. Είτε πρόκειται για μια ερωτική σχέση, το καθημερινό εργασιακό περιβάλλον, έναν αθλητικό σύλλογο, είτε κάποια καλλιτεχνική ομάδα. Είτε πρόκειται για κάποιο κλειστό, ελιτίστικο εσωτερικό Τάγμα, είτε για μία ανοιχτή φιλοσοφική Στοά.
Και αν αυτό ισχύει για τις θεωρούμενες «πολυτελείς δραστηριότητες ελεύθερου χρόνου», ισχύει πολύ περισσότερο σε όλα αυτά, που αποτελούν την ραχοκοκαλιά της ιδεολογικής μας ύπαρξης. Τον κορμό των επί μέρους απόψεων και συναισθημάτων που το σύνολο τους αποτελεί αυτό που μας χαρακτηρίζει ως προσωπικότητες.
Η ίδια ανάγκη (της Ταυτότητας), κάνει τον άνθρωπο να στηρίζει ιδεολογίες, θρησκείες, πολιτικά κόμματα και συστήματα. Γιατί απλώς μέσα σε αυτά είναι κάποιος, ενώ έξω από αυτά είναι Τίποτα. Εκεί βρίσκει κάποιο νόημα στη ζωή του.
Μία προοπτική. Νοιώθει πως η ζωή του δεν θα περάσει άσκοπα, έχοντας κάποιου είδους «ιερή αποστολή» να εκτελέσει και αυτό δεν είναι άλλο από τη διάδοση του μηνύματος – του λόγου ύπαρξης δηλαδή - της ομάδας. Αυτές οι «ιερές αποστολές» είναι που διαμορφώνουν την καθημερινότητά μας, μέσα από την διαλεκτική τους, καθώς οι διαφορετικοί αυτοί «ιεραπόστολοι», κινούνται ο καθένας δουλεύοντας για την ουτοπία της ομάδας του. Όσο εύκολα όμως υιοθετούν την δική τους «ουτοπία», ως την μοναδική αλήθεια, τόσο δύσκολο (αν όχι αδύνατο), είναι να αποδεχθούν τις ουτοπίες των υπολοίπων, η τουλάχιστον την ύπαρξή τους.
Γι’ αυτό το γεγονός, τα αίτια είναι βαθύτερα και οφείλονται σε παράγοντες που στις κοινωνίες μεταφέρονται μέσω των γενεών με την παράδοση.
Η παιδεία (οικογένεια, εκπαιδευτικό σύστημα, κοινωνικές δομές), φροντίζουν από την γέννησή μας, να μας φορτώσουν πολλές μικρές ταυτότητες, μικρά Εγώ, μέσω των οποίων βρίσκουμε τις καθημερινές μας ισορροπίες, τα οποία όμως σαν μικρές δόσεις ναρκωτικού, μας φυλακίζουν, χτίζοντας σιγά-σιγά, πολλούς τοίχους γύρω μας, μέσα στους οποίους νοιώθουμε ασφαλείς. Δύσκολα όμως μπορούμε να υψωθούμε πάνω από αυτούς και να συνειδητοποιήσουμε πως είμαστε εγκλωβισμένοι.
Η ψευδαίσθηση πως οι τοίχοι μας είναι πραγματικοί, είναι τόσο έντονη που θεωρούμε προσβολή αν κάποιος δεν βλέπει καν τον δικό μας τοίχο. Την δική μας Αλήθεια.
Ρίχνοντας μια ματιά γύρω μας, δεν είναι δύσκολο να παρατηρήσουμε τέτοιες ασυμφωνίες «ιερών αποστολών», οι οποίες νομοτελειακά οδηγούν σε ένα αίσθημα «εσχατολογικού κατεπείγοντος». Όλοι πιστεύουν πως περνάμε «κρίσιμες ώρες» και πως ο κόσμος μας βαδίζει προς την αντίθετη κατεύθυνση, από αυτήν που θα έπρεπε να βαδίζει. Κάθε στιγμή ολίσθησης αποτελεί και μια στιγμή προδοσίας, σε σχέση με αυτόν τον προσωπικό, εικονικό, τόπο αλήθειας. Οι ακραίες ιδεολογίες μας το δείχνουν ξεκάθαρα.
Οι εθνικιστές για παράδειγμα, στηριζόμενοι κυρίως στην Ιστορία που λειτουργεί απομονωτικά και όχι στην Μυθολογία, η οποία ενώνει, θεωρούν πως η χώρα μας βρίσκεται μπροστά σε ένα πολύ ζοφερό μέλλον, οι καιροί είναι κρίσιμοι και πρέπει άμεσα να γίνει κάτι για αυτό, υιοθετώντας όλοι την δική τους άποψη για την έννοια του έθνους και της πατρίδας. Οι ίδιοι βέβαια, δεν μπορούν να καταλάβουν πως είναι ακριβώς αυτοί οι ορισμοί και η θεώρησή τους που οδηγούν τις χώρες σε τέτοια ζοφερά μέλλοντα. Το ίδιο συμβαίνει και με την θρησκεία και την παιδεία.
Η πίστη αυτή στις απόψεις μας, μας αποτρέπει από το να αποδεχθούμε την πραγματικότητα, η οποία μας λέει πως πέρα από κοινά χρηστικά εργαλεία (γλώσσα, και κατά καιρούς, διαφορετικά συστήματα οικονομικο-πολιτικής διαχείρισης), είμαστε όλοι διαφορετικοί.
Δεν υπάρχει μία Αλήθεια, αλλά άπειρες υποκειμενικές πραγματικότητες.
Σε αυτό το στάδιο συνειδητοποίησης, ίσως και οι ιδεολογίες να φαίνονται κενές. Η βαθιά και ουσιαστική κατανόηση της διαφορετικότητας αυτής και η αποδοχή της, (η παραδοχή δηλαδή πως υπάρχουν και διαφορετικές αλήθειες από την δική μου, όσο και αν τη συγκεκριμένη στιγμή, πιστεύω πως είναι η μόνη ορθή), θα αποτελέσει το πρώτο βήμα για την κοινωνική αλχημεία.
Παράλληλα η ατομική σταδιακή συνειδητοποίηση και αποδόμηση, όλων αυτών των πλαστών ταυτοτήτων, των ψεύτικων ρούχων μας, θα μας κάνει να σταθούμε γυμνοί στον καθρέφτη, και αληθινοί όπως ο αυτοκράτορας, αλλά ίσως για πρώτη φορά, να δούμε τον αληθινό μας εαυτό και να καταλάβουμε πόσο, τελικά, ίδιοι είμαστε με τους υπόλοιπους.
Και ίσως μετά δεν χρειαστούμε καθρέφτη ποτέ ξανά. Το χρυσό μας ένδυμα, θα λάμπει στην αγνότητά Του.