Υπατία η Αλεξανδρινή - το Ωράισμα και το Κλέος του Γυναικείου Φύλου, η Εσταυρωμένη της Επιστήμης και του Ελληνισμού
Του Γεωργίου-Μιχαήλ Δ. Καραχάλιου
Η Αλεξανδρινή φιλόσοφος, μαθηματικός και αστρονόμος Υπατία ήταν θυγατέρα του μαθηματικού, αστρονόμου και γραμματικού της ύστερης Ελληνιστικής περιόδου Θέωνος (335 περίπου – 405 περίπου), ο οποίος υπήρξε ο τελευταίος διευθυντής της Βιβλιοθήκης της Αλεξάνδρειας πριν την καταστροφή της, καθώς επίσης και του Μουσείου, του πανεπιστημίου της Αλεξάνδρειας (λεξικό Σούδα, λήμμα Θέων).
Η Υπατία υπήρξε αυστηρά ενάρετη στην ζωή της και έλαβε τεράστια μόρφωση, φιλοσοφική και μαθηματική, αρχικά στην Αλεξάνδρεια και στην συνέχεια στην Αθήνα (Σούδα, λήμμα Υπατία).
Μετά τις σπουδές της ανέλαβε στην Αλεξάνδρεια την δημόσια διδασκαλία της φιλο- σοφίας και αποδέχτηκε την φιλοσοφική τήβεννο ως επίσημη αναγνώριση της ιδιότητάς της ως διδασκάλισσας (Σούδα, όπου παραπάνω). Η ενάρετη ζωή της, ο παρθενικός της βίος υπό το φως του νεοπλατωνισμού, η ευρυμάθεια και η πολυμάθειά της την κατέστησαν ένα κόσμημα του γυναικείου φύλου και λαμπρό παράδειγμα για κάθε διανοούμενη γυναίκα ανά τους αιώνες. Υπήρξε η Υπατία μια πραγματική φεμινίστρια σε όλο το μήκος και το εύρος της έννοιας του όρου. Το σπίτι της ήταν τόπος συνάθροισης όλων των πεφωτισμένων και ανεξαρτήτων πνευμάτων της Αλεξανδρείας, αλλά αυτή η μεγάλη και ασυνήθιστη αποδοχή και επιδοκιμασία της αξίας της και η δημιουργία οπαδών παρά το πλευρό της, την οδήγησαν στην οχλοκρατικού χαρακτήρα δολοφονία της από τους «το ομοούσιον φρονούντας» κατά τον αρειανιστή ιστορικό Φιλοστόργιο (VIII, 9, εν PG. Vol. col. 564B ).
Μολονότι υπήρξε η Υπατία φίλη, διδασκάλισσα και προστατευόμενη του αυγουσταλίου της Αλεξανδρείας Ορέστη, δηλαδή του αυτοκρατορικού επάρχου (prefectus augustalis = αυτοκρατορικός έπαρχος) φονεύθηκε κατά τρόπο απάνθρωπο το Μάρτη του 415, κατά την διάρκεια της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, από τον μανιασμένο όχλο των παραβολάνων, των νοσοκόμων που ήταν υπό την διοίκηση του επισκόπου και πάπα Αλεξανδρείας
Κυρίλλου. Οι παραβολάνοι καθοδηγούμενοι από έναν κατώτερο κληρικό, τον αναγνώστη Πέτρο οδήγησαν δια της βίας την Υπατία στον ναό που ονομαζόταν Καισάριον, όπου την κατακρεούργησαν με κομμάτια σπασμένων πήλινων αγγείων (οστράκων) έκαψαν τα τεμάχια του νεκρού σώματός της στην περιοχή που ονομαζόταν Κυναρών (Σωκράτης ο Σχολαστικός, Εκκλησιαστική Ιστορία, βιβλίο VII, κεφάλαιο 15, εν PG, vol. LXVII, col. 768B – 769A. Νικηφόρος Κάλλιστος Ξανθόπουλος, πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως και άγιος, Εκκλησιαστική Ιστορία, βιβλίο XIV, κεφάλαιο 16 εν PG, vol. CXLVI, col. 1105C και 1108 A. Φιλοστόργιος, VIII, 9, εν PG. Vol. col.564B).
Η εγκληματική και απαράδεκτη για χριστιανούς πράξη είχε σαν κίνητρο την υποψία που είχαν οι οπαδοί του Κυρίλλου ότι η Υπατία με την επιρροή της στον Ορέστη εμπόδιζε την συνδιαλλαγή του με τον Κύριλλο στην διαμάχη που είχε ξεσπάσει μεταξύ τους, όταν προσπάθησε ο αυτοκρατορικός
έπαρχος να σταματήσει τους διωγμούς των Εβραίων που είχε αρχίσει ο Κύριλλος. Ο εθνικός μας ιστορικός Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος, κρίνοντας τις σχετικές με την φρικτή δολοφονία της Υπατίας ιστορικές πηγές, δηλώνει απερίφραστα ότι θεωρεί πως «ο πατριάρχης Αλεξανδρείας Κύριλλος δεν υπήρξε αμέτοχος της κακουργίας εκείνης» (Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμος Θ, σελίδες 19 και 20, Εκδόσεις Γαλαξίας, Αθήναι 1969).
Δυστυχώς η Εκκλησία της Αλεξανδρείας βαρύνεται, κατά την μακραίωνη ιστορία της, με άδικες διώξεις αθώων. Εκτός από την Υπατία, η Εκκλησία της Αλεξανδρείας είναι υπεύθυνη για την άδικη καταδίωξη και καθαίρεση του αγίου Ιωάννη του Χρυσοστόμου, η οποία έγινε πρωτοστατούντος του επισκόπου Αλεξανδρείας Θεοφίλου, θείου και προκατόχου του Κυρίλλου. Εξ αιτίας της καθαίρεσης αυτής ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος εξορίστηκε στα βάθη της Μικράς Ασίας, όπου και πέθανε από τις κακουχίες. Τέλος, κατά τον 19ο αιώνα η Εκκλησία της Αλεξανδρείας κατεδίωξε άδικα τον άγιο Νεκτάριο, ο οποίος ήταν μητροπολίτης Πενταπόλεως της Αιγύπτου. Στην εποχή μας ο πάπας της Ρώμης Ιωάννης – Παύλος Β’ ζήτησε συγγνώμη για «τα λάθη της Καθολικής Εκκλησίας». Άραγε ο πάπας και πατριάρχης Αλεξανδρείας θα ζητήσει ποτέ συγγνώμη για «τα λάθη της δικής του εκ-
κλησίας» και ειδικά για την ανάρμοστη συμπεριφορά της απέναντι στον άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο, την φιλόσοφο Υπατία και τον άγιο Νεκτάριο;
• ΟΙ ΠΗΓΕΣ ΤΗΣ ΒΙΟΓΡΑΦΙΑΣ ΤΗΣ
Α. ΚΥΡΙΕΣ ΠΗΓΕΣ
Α1. Πηγές σύγχρονες της Υπατίας
Α.1.1. Συνέσιος επίσκοπος Πτολεμαΐδος (370 περίπου – 413): Ήταν γόνος αριστοκρατικής οικογένειας, γεννήθηκε στην Κυρήνη και σπούδασε στην Αλεξάνδρεια. Ασχολήθηκε με τα μαθηματικά και την πλατωνική φιλοσοφία. Τα 410 ή 411 χειροτονήθηκε από τον Αλεξανδρείας Θεόφιλο επίσκοπος Πτολεμαΐδος. Έγραψε ύμνους, ομιλίες, εγκώμια, διαλόγους και επιστολές. Ειδικά οι επιστολές του, που δημοσιεύτηκαν από τον αβά J. P. Migne στην περίφημη σειρά Patrologia Graeca (P.G., vol. 66, col. 1321-1560), αποτελούν την κύρια πηγή για την ιστορία της Κυρηναϊκής Πενταπόλεως κατά τον 5ο αιώνα (Ιωάννης Ε. Καραγιαννόπουλος,Πηγαί Βυζαντινής Ιστορίας, σελίδες 117-118, Εκδοτικός Οίκος Σάκκουλα, Δ΄ έκδοση, Θεσσαλονίκη 1978). Στοιχεία για τον βίο της Υπατίας μπορούμε να βρούμε σε 50 από τις επιστολές του. Δες επιστολές υπ’ αριθμόν 10, 15, 16, 33 –
80, 124, 135 και 153. Ο Συνέσιος αναφέρεται με μεγάλο σεβασμό και αγάπη στην Υπατία, της οποίας υπήρξε μαθητής. Ο θάνατός του το 413 στον πόλεμο κατά των βαρβάρων, που απειλούσαν την πατρίδα του την Κυρήνη, τον εμπόδισε, ευτυχώς, να δει την στυγερή δολοφονία της αγαπημένης του διδασκάλισσας (415).
Α.1.2. Σωκράτης ο Σχολαστικός (380 περίπου – 439): Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη και σπούδασε ρητορική κοντά στους Εθνικούς Ελλάδιο και Αμμώνιο. Ασκούσε το επάγγελμα του δικηγόρου, από όπου έλαβε και την επωνυμία Σχολαστικός, που σημαίνει δικηγόρος. Ο Σωκράτης ήταν συνεχιστής του ιστορικού έργου του Ευσεβίου του Παμφίλου, επισκόπου Καισαρείας της Παλαιστίνης. Στην Εκκλησιαστική του Ιστορία ο Σωκράτης (P.G. vol. 67, col.28-842) είναι αντικειμενικός στην αφήγησή του, αναφέρει τις πηγές του και παραθέτει με ακρίβεια τα δημόσια έγγραφα που χρησιμοποιεί. Την σύγχρονη με αυτόν ιστορική περίοδο την περιγράφει με προσωπική αντίληψη (Καραγιαννόπουλος, όπου παραπάνω, σελίδες 124-125). Ο γράφων θεωρεί ότι ο Σωκράτης περιγράφει με απόλυτη ακρίβεια και μετριοπάθεια τα γεγονότα της σύγκρουσης μεταξύ του αυτοκρατορικού διοικητού της Αλεξανδρείας Ορέστη και του Πάπα και Πατριάρχου Αλεξανδρείας Κυρίλλου, της οποίας το αποκορύφωμα υπήρξε η στυγερή δολοφονία της Υπατίας δια κατακρεουργήσεως από τον μαινόμενο όχλο των οπαδών του Κυρίλλου, των οποίων ηγείτο ένας κατώτερος κληρικός, ο αναγνώστης Πέτρος. Αν δεν ήταν τόσο μετριοπαθής ο Σωκράτης ίσως θα είχαμε μια πολύ πιο εντονότερη καταδίκη για τον Κύριλλο και τον χριστιανικό όχλο της Αλεξάνδρειας από εκείνο το πολύ διακριτικό «ου μικρόν μώμον» που χρησιμοποιεί για να καταγγείλει ο, κατά τα άλλα ακριβολόγος εκκλησιαστικός ιστορικός, όσους ευθύνονταν για τον φόνο της Υπατίας.
Α.1.3. Φιλοστόργιος (368-433 περίπου): Γεννήθηκε στην Βορισσό της Καππαδοκίας και σπούδασε στην Κωνσταντινούπολη. Ήταν Αρειανιστής και αγωνίστηκε κατά Εθνικών και Ορθοδόξων. Το έργο του «Εκκλησιαστική Ιστορία» ( P.G. vol. 65, col 459-625) γράφτηκε μεταξύ των ετών 425 και 433 και καλύπτει την ιστορική περίοδο 324-425, συνεχίζει την Εκκλησιαστική Ιστορία του Ευσεβίου. Το έργο του Φιλοστόργιου μας παραδόθηκε μόνο σε αποσπάσματα και κρίσεις περί του έργου του μέσα από την Βιβλιοθήκη του Μεγάλου Φωτίου (Καραγιαννόπουλος, όπου παραπάνω, σελίδα 123). Ο γράφων εκτιμά ότι ο Φιλοστόργιος, επειδή αγωνίστηκε κατά Εθνικών και Ορθοδόξων, είναι αντικειμενικός στην περιγραφή των γεγονότων που μας ενδιαφέρουν, επειδή ακριβώς αυτά οφείλονται σε διαμάχη μεταξύ Εθνικών και Ορθοδόξων, τους οποίους αντιπαθούσε ο Φιλοστόργιος εξ ίσου και επομένως του ήταν αδύνατο να μεροληπτεί υπέρ του ενός ή του άλλου.
Α.1.4. Παλλαδάς (5ος αιώνας): Ποιητής και επιγραμματοποιός από την Αλεξάνδρεια, ο οποίος ήταν εθνικός και ήκμασε κατά τις αρχές του 5ου αιώνα. Ο Παλλαδάς ήταν ο τελευταίος αξιόλογος εθνικός που έγραψε ποίηση. Το έργο του που σώζεται στην Παλατινή Ανθολογία περιλαμβάνει 150 περίπου επιγράμματα (Νεώτερον Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν Ηλίου, τόμος ΙΖ, λήμμα Παλλαδάς). Μνημειώδες είναι το επίγραμμα που αφιερώνει στην Υπατία στο οποίο την χαρακτηρίζει ως «άχραντον άστρον της σοφής παιδεύσεως» (Epigrammatum Anthologia Palatina, volumen secundum,
caput IX, 400, Parisiis, Editoribus Firmin – Didot et Sociis, 1888).
Α2. Πηγές μεταγενέστερες της Υπατίας
Α.2.1. Ιωάννης Μαλάλας (491 – 578): Εξελληνισμένος Σύρος. Γεννήθηκε στην Αντιόχεια. Είναι ο παλαιότερος βυζαντινός χρονογράφος. Η Χρονογραφία» του εκτείνεται σε 18 βιβλία. Αρχίζει «από κτίσεως κόσμου» και φθάνει μέχρι των τελευταίων χρόνων της βασιλείας του Ιουστινιανού (527 – 565). Στην μονή της Κρυπτοφέρρης (Monastero Esarchico di Santa Maria di Grottaferrata) σώζονται κάποια χειρόγραφα αποσπάσματα (Fragmenta Tusculana) της χρονογραφίας του Μαλάλα. Σώζεται και η σλαβική μετάφραση της Χρονογραφίας (10ος – 11ος αιώνας). Το κείμενο της Χρονογραφίας περιλαμβάνεται στο Corpus Scriptorum Historia Byzantina, vol. XVI, έκδοση Ludwig August Dindorf, Bonnae 1831 και στην Partologia Graeca του αβά J. P. Migne, vol. 97, col. 65 – 717 (το κύριο κείμενο) και vol. 85, col. 1808 – 1824 (τα Fragmenta Tusculana) (Καραγιαννόπουλος, όπου παραπάνω, σελίδες 163-164).
Σχετικά με την Υπατία ο Μαλάλας κάνει μια πολύ σύντομη αναφορά, στην οποία θεωρεί τον επίσκοπο Κύριλλο ως ηθικό αυτουργό της δολοφονίας της Υπατίας με την σαφή και λακωνική φράση: «παρρησίαν λαβόντες υπό του επισκόπου οι Αλεξανδροίς έκαυσαν φρυγάνοις αυθεντήσαντες Υπατίαν την περιβόητον φιλόσοφον» (Ιωάννης Μαλάλας, Χρονογραφία, έκδοση Dinborf, Bonnae 1831, vol. 16, σελίδα 359). Ο Μαλάλας, στο θέμα που μας αφορά, είναι πηγή τεράστιου κύρους. Είναι ορθόδοξος, φίλος του Ιουστινιανού και οπαδός των αποφάσεων των συνόδων. Απευθύνεται προς το ευρύ κοινό και τους μοναχούς. Ζυγίζει πολύ τα λόγια του και στο θέμα της ηθικής αυτουργίας του Κυρίλλου είναι καταπέλτης.
Α.2.2. Ησύχιος ο Ιλλούστριος (1ο μισό του 6ου αιώνα): Καταγόταν από την Μίλητο. Το έργο του , στο οποίο γίνεται αναφορά στην Υπατία ονομάζεται «Ονοματολόγος» ή «Πίναξ των εν παιδεία ονομαστών. Επιτομές του έργου αυτού περιελήφθησαν αργότερα στο λεξικό Σούδα (Καραγιαννόπουλος, όπου παραπάνω σελίδες 151 και 152). Τα σωζόμενα του Ονοματολόγου βρίσκονται στην σειρά Fragmenta Historicorun Graecorum, vol. IV, έκδοση Carolus Müllerus, Parisiis 1867 (Καραγιαννόπουλος, όπου παραπάνω, σελίδες 151-152). Στον IV τόμο της σειράς Fragmenta Historicorun Graecorum, σελίδα 176, γίνεται συντομοτάτη αναφορά στην Υπατία και τον θάνατό της, ο οποίος αποδίδεται γενικόλογα στους Αλεξανδρινούς, χωρίς να αναφέρεται ο Κύριλλος και οι Παραβολάνοι, αλλά θεωρεί ο συγγραφέας ότι θανατώθηκε για την υπερβολική σοφία και την ενασχόλησή της με την αστρονομία. «Υπατία, η Θέωνος θυγάτηρ του Αλεξανδρέως φιλοσόφου, και αυτή φιλόσοφος, διεσπάσθη υπό Αλεξανδρέων, και το σώμα αυτής ενυβρισθέν καθ’όλης της πόλεως διεσπάρη. Τούτο δε πέπονθε δια την υπερβάλουσαν σοφίαν, και μάλιστα εις τα περί αστρονομίας».
Α.2.3. Ιωάννης ο Νικίου (7ος αιώνας): Έζησε τον 7ο αιώνα και υπήρξε επίσκοπος Νικίου της κάτω Αιγύπτου. Ήταν Μονοφυσίτης. Έργο του το Παγκόσμιο Χρονικό». Αρχίζει από κτίσεως κόσμου και φθάνει μέχρι το τέλος του 7ου αιώνα. Το «Παγκόσμιο Χρονικό» γράφτηκε στην κοπτική γλώσσα περί το 700. Σήμερα σώζεται μόνο σε αιθιοπική μετάφραση, η οποία έχει μεταφραστεί στα γαλλικά από τον H. Zotenberg, Chronique de Jean Évéque de Nikiou, Notices et Extraites des Mss, de la Bibliotèque Nationale XXIV, 1 (1883), p. 125-605. Ανατύπωση 1935. Ακόμα, έχει μεταφραστεί στα αγγλικά από τον R. H. Charles. The Chronicle of John, Bishop of Nokiou, London 1916 (Καραγιαννόπουλος, όπου παραπάνω, σελίδες 189-190). Ο Ιωάννης ο Νικίου είναι η μοναδική κοπτική πηγή για την δολοφονία της Υπατίας.
Ο Ιωάννης ο Νικίου ακολουθεί σε γενικές γραμμές την εξιστόρηση του Σωκράτη, αποδίδει τον φόνο στους Χριστιανούς και τον Πέτρο τον αναγνώστη. Σχετικά με τον Κύριλλο ο Ιωάννης ο Νικίου μας λέγει ότι αυτοί που δολοφόνησαν την Υπατία πλαισίωσαν τον Κύριλλο και τον αποκαλούσαν νέο Θεόφιλο γιατί είχε καταστρέψει τα τελευταία υπολείμματα της ειδωλολατρίας στην πόλη.
Α.2.4. Θεοφάνης ο Ομολογητής (752 περίπου – 818): Καταγόταν από επιφανή οικογένεια του Βυζαντίου. Μόνασε στην μονή του Μεγάλου Αγρού, την οποία ο ίδιος είχε ιδρύσει κοντά στο όρος Πολύχνιο της Συγριανής. Η Συγριανή βρισκόταν είτε στη Μήδεια είτε, το πιθανότερο, στην Μυτιλήνη (ακρωτήριο Σίγρι). Ο Θεοφάνης αντιτάχθηκε στην εικονομαχική πολιτική του Λέοντος Ε’ του Αρμενίου (αυτοκράτορας 813-820) φυλακίστηκε και αργότερα εξορίστηκε στην Σαμοθράκη, όπου και απέθανε. Η Εκκλησία τον τιμά ως ομολογητή της πίστεως. Ο Θεοφάνης έγραψε χρονογραφία από το έτος 284 (άνοδος Διοκλητιανού) μέχρι το 813 (τέλος βασιλείας του Μηχαήλ Α’ Ραγκαβέ). Ο Θεοφάνης χρησιμοποιεί την αλεξανδρινή χρονολογία, δηλαδή τοποθετεί την κτίση του κόσμου το έτος 5492 αντί του 5508 της χρονολογίας της Κωνσταντινουπόλεως (Καραγιαννόπουλος, όπου παραπάνω, σελίδες 218-219). Το έργο του Θεοφάνη έχει εκδοθεί στο Corpus Scriptorum Historiae Byzantinae σε δύο τόμους, το 1837 ο 1ος και το 1841 ο 2ος. Στην Patrologia Graeca o Θεοφάνης βρίσκεται στον τόμο 108 (PG, vol. 108, col. 64-1009).Θεοφάνης ο Ομολογητής γιορτάζει στις 12 Μαρτίου (Σωφρονίου Ευστρατιάδου μητροπολίτου πρώην Λεοντοπόλεως, Αγιολόγιον της Ορθοδόξου Εκκλησίας, σελίδες 197-198, Έκδοσις της Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, ανατύπωση Αθήνα 1995) .
Η αναφορά του Θεοφάνη στην Υπατία είναι άκρως λακωνική: «Τούτω τω έτει (5906 από κτίσεως κόσμου, αλεξανδρινή χρονολογία) Υπατείαν (sic) την φιλόσοφον θυγατέρα Θέωνος του φιλοσόφου βιαίω θανάτω τινές ανείλον». Στο κείμενο του Θεοφάνη δεν γίνεται λόγος περί του Πέτρου του αναγνώστη, του Κυρίλλου και των παραβολάνων, ίσως λόγω του άκρως συντόμου της αναφοράς. Είναι άξιο απορίας γιατί ο Θεοφάνης γράφει το όνομα της αλεξανδρινής φιλοσόφου με «ει» και όχι με «ι»; Γιατί «Υπατεία και όχι «Υπατία»; Η χρονολογία που δίνει ο Θεοφάνης για την δολοφονία της Υπατίας είναι το 5906 από κτίσεως κόσμου της αλεξανδρινής χρονολογίας και αντιστοιχεί στο 414 (5906 - 5492 = 414).
Α.2.5. Σούδα (10ος αιώνας): Με το όνομα Σουΐδας μας παραδίδεται λεξικό λέξεων και πραγμάτων που γράφτηκε κατά το δεύτερο μισό του10ου αιώνα από αγνώστους συγγραφείς. Η νεώτερη ιστορική έρευνα δέχεται ότι το σωστό όνομα του λεξικού πρέπει να είναι «Σούδα», δηλαδή τάφρος που περιέχει κάθε είδους γνώση. Με λίγα λόγια η Σούδα είναι μια εγκυκλοπαίδεια της περιόδου της ακμής της βυζαντινής αυτοκρατορίας. Η Σούδα είναι σημαντική γιατί μας διασώζει αποσπάσματα απολεσθέντων ιστορικών έργων (Καραγιαννόπουλος, όπου παραπάνω, σελίδες 284 – 285). Το κείμενο της Σούδας περιλαμβάνεται στην Patrologia Graeca (vol. 117, col. 1193 και εξής).
Α.2.6. Νικηφόρος Κάλλιστος Ξανθόπουλος (13ος - 14ος αιώνας ): Έγραψε κυρίως θεολογικά έργα. Η «Εκκλησιαστική Ιστορία» του εκτείνεται σε 23 βιβλία και είναι δημοσιευμένη από τον αβά J. P. Migne στην Patrologia Graeca (PG. Vol. 145, col. 557-1332 • vol. 146, col. 9-1274 και vol. 147, col. 9-448) (Καραγιαννόπουλος, όπου παραπάνω, σελίδες (197-198). Ο Νικηφόρος Κάλλιστος Ξανθόπουλος (Νικηφόρος το κατά κόσμον όνομά του και Κάλλιστος το όνομά του ως μοναχός) ήταν λογιώτατος ιερομόναχος αγιορείτης ασκούμενος στην μονή Ιβήρων. Έγινε πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως από τον αυτοκράτορα Ιωάννη ΣΤ’ Καντακουζηνό (1347-1354) το 1350 μέχρι το 1353 και από το 1355
μέχρι το 1363, όταν απομακρύνθηκε από τον θρόνο ο Καντακουζηνός και ανέλαβε πλήρως τα καθήκοντά του ο Ιωάννης Ε’ Παλαιολόγος, τον οποίο ο Καντακουζηνός είχε παραμερίσει ως κηδεμόνας του όταν ήταν ανήλικος. Ο Κάλλιστος ήταν φίλος του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, υπήρξε ανθενωτικός και η Εκκλησία τον τιμά ως άγιο στις 20 Ιουνίου (Ευστρατιάδης, όπου παραπάνω, σελίδα 246. Donald M. Nicol, Βιογραφικό λεξικό της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, σελίδες 182- 183, για τον Κάλλιστο, 162-164 για τον Ιωάννη Ε’ Παλαιολόγο και 164-166 για τον Ιωάννη ΣΤ’ Καντακουζηνό, Ελληνική Ευρωεκδοτική, Αθήνα 1993).
Ο Νικηφόρος Κάλλιστος Ξανθόπουλος στην Εκκλησιαστική του Ιστορία αναφέρεται εκτενώς στα γεγονότα που οδήγησαν στην δολοφονία της Υπατίας ( Βιβλίο14, Κεφάλαιο 16, PG, vol. 146, col. 1106-1108) και είναι καταδικαστικός για τον Κύριλλο και τον χριστιανικό όχλο. Ακόμα όμως πιο καταδικαστική για τον κλήρο γενικά της Αλεξάνδρειας είναι η τίτλωση του 16ου κεφαλαίου του 14 βιβλίου της Εκκλησιαστικής Ιστορίας, στην οποία αναγράφεται ρητά: «Περί της φιλοσόφου Υπατίας, ως ανηρέθη υπό των κληρικών Κυρίλλου». Ο Νικηφόρος Κάλλιστος Ξανθόπουλος δεν είναι ένας εθνικός που εχθρεύεται τον Χριστιανισμό, δεν είναι ένας αιρετικός που αντιπαθεί την Ορθοδοξία, ούτε είναι ένας επιπόλαιος ημιμαθής. Είναι ο λογιώτατος αγιορείτης, ο φίλος και ομοϊδεάτης του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, είναι ο Οικουμενικός Πατριάρχης που ύψωσε το ανάστημά του στον αυτοκράτορα στον οποίο όφειλε την θέση του πατριάρχου και του αρνήθηκε να στέψει πραξικοπηματικά τον γιό του αυτοκράτορα, είναι αυτός που τιμώντας την ορθόδοξη πίστη του αντιστάθηκε σθεναρά και δεν δέχτηκε την υποταγή στον πάπα, είναι ο σκληρός πυρήνας της ορθοδοξίας, είναι ο άγιος της Εκκλησίας, είναι το δοχείο της χάρητος του Αγίου Πνεύματος και αποφαίνεται για την δολοφονία της Υπατίας: Ένοχος ο Κύριλλος, ένοχος ο κλήρος της Αλεξάνδρειας, ένοχος ο αναγνώστης Πέτρος, ένοχος και ο ταραχοποιός χριστιανικός όχλος της Αλεξάνδρειας. Δέκα αιώνες μετά το τρομερό συμβάν η φωνή της Εκκλησίας, που εκφέρεται από την γραφίδα ενός λογιοτάτου ασκητή αγιορείτη Οικουμενικού Πατριάρχη και αγίου, είναι καταπέλτης για τους ενόχους, τους οποίους παραδίδει στην οριστική καταδίκη της ιστορίας.
Α.2.7. Νικηφόρος Γρηγοράς (1290/1 – 1360): Έγραψε «Ρωμαϊκή Ιστορία» σε 37 βιβλία. Το έργο του Νικηφόρου Γρηγορά περιλαμβάνει την ιστορία των ετών 1204 – 1359 και αναπτύσσει λεπτομερέστερα τα γεγονότα από το 1320 μέχρι το 1359 και είναι δημοσιευμένο από τον αβά J. P. Migne στην Patrologia Graeca (PG. Vol. 148, col. 120 - 1449 και vol. 149, col. 9- 501) (Καραγιαννόπουλος, όπου παραπάνω, σελίδες 392- 393). Μέσα στο κείμενο του Νικηφόρου Γρηγορά γίνεται αναφορά δύο φορές στην Υπατία ονομαστικά (PG. Vol. 148, col. 469 - 470 και vol. 149, col.529 – 530 ). Σε αυτά τα δύο τεμάχια ο Γρηγοράς αναφέρεται σε κάποιες γυναίκες της εποχής οι οποίες μπορούσαν να συγκριθούν, για την μεγάλη τους μόρφωση, με την Υπατία. Αυτή η αναφορά του Γρηγορά για την Υπατία μαρτυρά ότι στην εποχή του η φήμη της Αλεξανδρινής φιλοσόφου ήταν τόσο μεγάλη ώστε αν ήθελαν να χαρακτηρίσουν μια γυναίκα ως πολύ μορφωμένη την παρομοίαζαν με την Υπατία.
Β. ΠΗΓΗ ΨΕΥΔΕΠΙΓΡΑΦΗ ΚΑΙ ΠΗΓΗ ΛΑΤΙΝΙΚΗ
Β1. Πηγή ψευδεπίγραφη: Κύριλλος Πάπας και Πατριάρχης Αλεξανδρείας (έζησε 378 περίπου – 444 περίπου, άσκησε την πατριαρχεία από το 412 μέχρι τον θάνατό του το 444). Υπήρξε ένας από τους αξιολογότερους ιεράρχες της Εκκλησίας της Αλεξάνδρειας, πατέρας της Γ’ Οικουμενικής Συνόδου που έγινε στην Έφεσο το 431 και καταδίκασε την διδασκαλία του Νεστορίου Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως. Ο Κύριλλος τιμάται ως άγιος από την Ορθόδοξη Εκκλησία στις 9 Ιουνίου, αλλά και στις 18 Ιανουαρίου, μαζί με αυτήν του προκατόχου του Αγίου Αθανασίου. Η Καθολική εκκλησία τιμά την μνήμη του στις 27 Ιουνίου, ενώ η Λουθηρανική στις 9 Φεβρουαρίου. Το συγγραφικό έργο του Κυρίλλου είναι τεράστιο και είναι δημοσιευμένο από τον αβά J. P. Migne στην Patrologia Graeca από τον τόμο 68 μέχρι και τον τόμο 77 (PG. Vol. 68, col. 9 - 1449 και vol. 77, col. 1308 ). Μαζί με τα κείμενα του Κυρίλλου δημοσιεύεται και μια επιστολή της Υπατίας προς αυτόν (PG. Vol. 77, col. 389). Το κείμενο της επιστολής είναι στα λατινικά (δεν σώζεται το ελληνικό πρωτότυπο) και παρουσιάζει την Υπατία να υποστηρίζει την αίρεση του Νεστοριανισμού. Επειδή η Υπατία δολοφονήθηκε το 415 ή το 416 και ο Νεστόριος έγινε Πατριάρχης το 428 και η Γ’ Οικουμενική Σύνοδος που τον καταδίκασε έγινε το 431, είναι προφανέστατο ότι η επιστολή είναι ψευδεπίγραφη.
Β2. Πηγή λατινική: Flavius Magnus Aurelius Cassiodorus Senator (485 - 585). Είναι Ρωμαίος πολιτικός και συγγραφέας στην υπηρεσία του βασιλιά των Οστρογότθων Θεοδωρίχου του Μεγάλου (454-Ραβένα 526). Η λέξη Senator είναι όνομα και όχι πολιτικό αξίωμα ( γερουσιαστής). Το έργο του Κασσιόδωρου είναι μια ιστορία των Γότγων σε 12 τόμους υπό τον τίτλο «Historia Tripartita», η οποία έχει χαθεί, σώζεται μόνο μια περίληψή της του έτους 551 από τον Ιορδάνη, ο οποίος πιθανώς να ήταν επίσκοπος Κρότωνος (Καραγιαννόπουλος, όπου παραπάνω, σελίδες: 133, 147, 157 και 161). Μέσα στο έργο του Κασσιόδωρου υπάρχει μια αναφορά στην Υπατία, η οποία είναι η λατινική μετάφραση των όσων αναφέρει ο Σωκράτης ο Σχολαστικός στο έργο του (δες, Σωκράτης ο Σχολαστικός όπου παραπάνω). Το κείμενο αυτό παρουσιάζεται ως λατινική μετάφραση στον Σωκράτη στην Patrologia Graeca της έκδοσης του J. P. Migne, ο οποίος την έχει συμπεριλάβει και στην έκδοση της Patrologia Latina (PL, vol. 69, col. 1193 – 1195).
Αυτό είναι το σύνολο των πηγών που αναφέρονται στην ζωή της αλεξανδρινής φιλοσόφου, μαθηματικού και αστρονόμου Υπατίας, η οποία υπήρξε παράδειγμα μορφωμένης και χειραφετημένης γυναικός για την εποχή της, αλλά και για την δική μας. Ο τραγικός θάνατός της από τον εξαγριωμένο χριστιανικό όχλο και η κατακρεούργησή της μέσα στο Καισάριον, τον μητροπολιτικό ναό της Αλεξάνδρειας, όχι μόνο καθιστούν υπεύθυνο γι’ αυτή την εγκληματική πράξη τον Κύριλλο, αλλά και τον στιγματίζουν στον αιώνα τον άπαντα ως «άνθρωπο αποφασισμένο να επιδιώξει τα προσωπικά του μίση αντί να ερευνήσει την αληθινή πίστη του Ιησού Χριστού» όπως επιγραμματικά τον καταγγέλλει ο Άγιος Ισίδωρος ο Πηλουσιώτης (A History of Christianity, Paul Johnson, 1979, Touchstone Publ., σελ. 51. Εκκλησιαστική Ιστορία Στεφανίδη, σελ. 216-218).